9/21/19

Τότε που δούλευαν οι μηχανές…


Αν τα άλλα Κυκλαδονήσια περηφανεύνται για τους γραφικούς οικισμούς τους, με τα άσπρα σπιτάκια και τα σοκάκια, με τις ωραίες παραλίες, το γαλάζιο της θάλασσας και το μπλε του ουρανού, που τα έκαναν παγκόσμια τουριστικά θέρετρα, η Σύρος, το κεντρικό Κυκλαδονήσι, έχει να θυμάται και να περηφανεύεται για μιαν άλλη πλευρά της ιστορίας της.

Η πορεία αυτού του νησιού στο διάβα του χρόνου, άφησε ένα διαφορετικό αποτύπωμα που τονίζει την ιδιαιτερότητά του και τη διαφορετικότητά του από όλα τα άλλα νησιά, όχι μόνον των Κυκλάδων αλλά και ολόκληρης της νησιωτικής χώρας της Ελλάδας. Και το αποτύπωμα αυτό διατηρείται μέχρι σήμερα ως κόρη οφθαλμού: Στα αρχοντικά και παραδοσιακά κτήρια της Ερμούπολης και των χωριών της Σύρου, στις εκκλησίες της, στους ταρσανάδες, στα ωραία ερείπια, στην αρχιτεκτονική της κληρονομιά αλλά και στη βιομηχανική της ιστορία.

Κάποτε, γύρω στο 1870, η Σύρος ήταν το μεγαλύτερο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο της Ελλάδας. Η πλούσια βιομηχανική της κληρονομιά είναι έκδηλη στον επισκέπτη που δεν αρκείται σε μια τουριστική βόλτα, αλλά θέλει να μπει μέσα στην καρδιά αυτού του νησιού. Και σε κάθε του βήμα, θα συναντήσει τις μνήμες που κουβαλάει αυτή η καρδιά, μνήμες που παίρνουν σάρκα και οστά, από τα διατηρημένα βιομηχανικά κτήρια της Ερμούπολης, τα οποία οι κάτοικοι του νησιού φυλάσσουν ως κόρην οφθαλμού για να τα θαυμάζουν οι παλαιότεροι και να τα γνωρίζουν οι νεότεροι. Γιατί η ιστορία αυτή είναι το σεντούκι με τον θησαυρό του νησιού, που εκτός από θύμησες μπορεί, κάποια στιγμή, να χρησιμεύσει για το γράψιμο της ιστορίας του μέλλοντος.

Ένα μέρος αυτής της βιομηχανικής ιστορίας της Σύρου συντηρείται και προβάλλεται από το Βιομηχανικό Μουσείο της Ερμούπολης, ένα πρωτοποριακό μουσειακό συγκρότημα, που αποτελείται από τρία βιομηχανικά κτήρια: Το Χρωματουργείο Κατσιμαντή (1888), όπου στεγάζεται το Βιομηχανικό Μουσείο, το Σκαγιοποιείο Αναιρούση(1889) και το Βυρσοδεψείο Κορνηλάκη (1870-80), τα οποία λειτουργούν στα πλαίσια ενός πολυδύναμου φορέα, του Κέντρου Τεχνικού Πολιτισμού, μοναδικού για τα ελληνικά δεδομένα.
Σήμερα στο Μουσείο γίνονται σημαντικές εκδηλώσεις και εκθέσεις, που αναβιώνουν και ζωντανεύουν την βιομηχανική εποχή της Ερμούπολης, τότε που οι μηχανές δούλευαν στο φουλ και ολόκληρη η πόλη βούιζε από το εργατομάνι, γέμιζε από τους καπνούς των φουγάρων, αλλά και δημιουργούσε πρωτοποριακά για την εποχή τεχνολογικά θαύματα.

Όταν μπαίνει κανείς στις αίθουσες του Μουσείου θα μείνει έκθαμβος από μιαν ιδιαίτερη ομορφιά που φέρει τα σημάδια από το χέρι, τον κόπο και το μόχθο των εργατών που δούλευαν στα εργοστάσια, αλλά και από την ίδια τη ζωή της Ερμούπολης, όπου μεγαλουργούσαν επίσης οι τέχνες και τα γράμματα.
Εντυπωσιαστήκαμε από τις μόνιμες εκθέσεις που παρουσιάζονται στο Μουσείο, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα η έκθεση της Τυπογραφίας, και της Φιλαρμονικής, που δείχνουν την σύνδεση της ανεπτυγμένης βιομηχανικά Σύρου με την πνευματική ζωή. Γιατί, στα χρόνια όπου δεν μιλούσαν για «ανάπτυξη» αλλά ζούσαν την ανάπτυξη, μαζί με την εργατική τάξη υπήρχε στο νησί και η αστική τάξη αλλά και η ανώτερη τάξη των πλουσίων εμπόρων, βιομηχάνων, εφοπλιστών.
Ήταν μια χρυσή εποχή για την Αρχόντισσα του Αιγαίου, την οποία θέλουν να θυμούνται και να θαυμάζουν όλοι οι συριανοί.

Μαργαρίτα Καλουτά: «Η βιομηχανική ιστορία της Σύρου είναι ένα κομμάτι της ζωής μου που το λατρεύω»

Μιλήσαμε με την «ηθική αυτουργό» της οργάνωσης αυτών των εκθέσεων αλλά και πολλών άλλων δράσεων και εκδηλώσεων του Βιομηχανικού Μουσείου, που φέρει το όνομα Μαργαρίτα Καλουτά και είναι Πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων του Βιομηχανικού Μουσείου για να μας πει το πώς, το γιατί και το τι την ώθησε να ασχοληθεί με αυτό το κομμάτι της ιστορίας της Σύρου, αλλά και να μας αναφέρει τα σχέδια, το όραμα και τις ιδέες που έχει-μαζί με το ΔΣ του Συλλόγου-για τις μελλοντικές δράσεις του Μουσείου.
Η Μαργαρίτα κατάγεται από μια παλιά οικογένεια του πρώιμου 19ου αιώνα που ήρθε από τη Χίο. Ο παππούς της, ο Χατζής Φραγκούλης Καλουτάς, ήταν βυρσοδέψης. Η εγγόνα του λοιπόν, κληρονόμησε μπόλικο υλικό από τη ζωή των προγόνων της το οποίο, όπως μας λέει, δώρισε στο Βιομηχανικό Μουσείο. Και έτσι ξεκίνησε ο δεσμός της με το χώρο της Βιομηχανικής Ιστορίας και της Βιομηχανικής Αρχαιολογίας.
«Είναι ένα κομμάτι της ζωής μου που το λατρεύω, το βλέπω σαν παιδί μου και μαζί με τα άλλα μέλη του ΔΣ το φροντίζουμε ιδιαίτερα, το πονάμε και προσπαθούμε να μαζεύουμε παλιά αντικείμενα,  ώστε να γίνεται μια αναμόχλευση του παρελθόντος και της ιστορίας του νησιού μας που να βγαίνει προς τα έξω. Γιατί η Σύρος  είναι μια κουτσουλιά στο κέντρο του Αιγαίου, κι από το τίποτα έγινε το «Μάντσεστερ» της Ελλάδας, ένα  μεγάλο διαμετακομιστικό, αλλά και βιομηχανικό  κέντρο εκείνης της εποχής. Έτσι λοιπόν πιστεύω ότι ο κόσμος θα πρέπει να βγάλει από το μυαλό του την «ανάπτυξη» σε άλλους τομείς, και να επικεντρωθεί σ’ αυτό που τον καλεί η ιστορία του».

Στόχος μας να επαναλειτουργήσει το Σκαγιοποιείο Ανερούση

-Πιστεύεις ότι μπορεί να αναβιώσει κάποιου είδους βιομηχανική ανάπτυξη στη Σύρο;

-Μπορεί,  με άλλη μορφή. Ας πούμε, το βιομηχανικό όραμα που ξεκίνησε απ’ αυτούς που το δημιούργησαν και που το έχουμε κι εμείς κατά νου,  είναι να δημιουργηθεί ένα Κέντρο Τεχνικού Πολιτισμού κι αυτό  σημαίνει να βγουν προς τα έξω, να εκτεθούν μηχανήματα, αρχεία, συνεντεύξεις από παλιούς εργάτες, μηχανουργούς κι από παλιούς κατοίκους της Σύρου και να αναβιώσει εκείνο το παρελθόν, φυσικά με άλλον σύγχρονο τρόπο. Για παράδειγμα,  μέσα στην αποθήκη του κτηρίου Βελισαρόπουλου υπάρχει πάρα πολύ υλικό,  το οποίο είναι παρατημένο, με τεράστια κλωστουφαντουργικά μηχανήματα, με τα νήματά τους απάνω, που σήμερα είναι πνιγμένα  μέσα στις κουτσουλιές και τη βρωμιά. Στόχος μας λοιπόν είναι αυτό το κομμάτι να ξαναλειτουργήσει. Θα είναι και μια μορφή επανάχρησης των εργαλείων και των μηχανημάτων αυτών και ο κόσμος θα αποκτήσει μιαν ιδέα για τη βιομηχανική ιστορία της Σύρου. Και νομίζω ότι πρέπει ο κόσμος να το καμαρώσει αυτό, γιατί η Σύρος δεν είναι ένα νησάκι σαν όλα τα άλλα με τις γραφικές παραλιούλες και τις θαλασσίτσες και τις ομπρελίτσες…Παρουσιάζει κάτι διαφορετικό και σε αυτή την ιστορία του πρέπει να δοθεί βάρος κατά την άποψή μας.

-Αυτή την αποθήκη με τα μηχανήματα ο στόχος σας είναι να τη διαμορφώσετε σαν εκθεσιακό χώρο;

-Κατ’ αρχάς έχουμε πάει και με την προηγούμενη αντιδήμαρχο που ήταν πάντα στο πλάι μας και την καθαρίσαμε. Βγάζαμε με τα χέρια μας, με μάσκες και με γάντια τις κουτσουλιές και καθαρίσαμε, γιατί είχε χρησιμοποιηθεί και σαν αποθηκευτικός χώρος γενικώς. Υπήρχαν εκεί μέσα διάφορα υλικά, παρατημένα πράγματα… Αυτό λοιπόν θα θέλαμε να γίνει επισκέψιμο και εκθέσιμο. Και να δημιουργηθεί ένα μονοπάτι από το ένα κτήριο του βιομηχανικού στο άλλο, να έχουν συντηρηθεί αυτές οι μηχανές, να έχουν ταυτοποιηθεί και να μπορούν να εκτίθενται. Γιατί σ΄ αυτή την αποθήκη μπαινόβγαινε όποιος ήθελε, έπαιρνε ότι ήθελε και γινόταν χαμός. Σ’ αυτό το πλαίσιο, σκεφτόμαστε να ζητήσουμε τη βοήθεια των φοιτητών και καθηγητών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με τους οποίους ήδη συνεργαζόμαστε. Και  θα μπορούσαν και να εργαστούνε και να κάνουν έρευνα πάνω σ’ αυτά τα μηχανήματα. Υπάρχουν επίσης και  αντικείμενα που βρίσκονται παρατημένα και σκουριασμένα σε κήπους από δω κι από κει, τα οποία τα μαζεύουμε και τα καθαρίζουμε.

Το θαύμα της Τυπογραφίας στη Σύρο και η Φιλαρμονική

-Τώρα στο βιομηχανικό μουσείο υπάρχουν δυο μόνιμες εκθέσεις που μου έκαναν μεγάλη εντύπωση, το ένα είναι η Φιλαρμονική και το άλλο η Τυπογραφία. Αυτά τα αντικείμενα πώς συγκεντρώθηκαν, τα έφερε ο κόσμος; Και γενικά πώς μαζεύονται τα αντικείμενα για τις εκθέσεις;

- Στην έκθεση της Τυπογραφίας, τόσο  και στήσιμο της έκθεσης όσο και στο υλικό, βοηθηθήκαμε πάρα πολύ από τον κ. Λούκο ο οποίος είχε ένα παρελθόν γιατί ο πατέρας του ήταν τυπογράφος. Μας έφερε λοιπόν καταπληκτικές εκδόσεις του 1830, όταν ο κόσμος στην Ελλάδα ήταν με φουστανέλες  κι εδώ υπήρχαν δέκα και παραπάνω τυπογραφεία. Τα τυπογραφικά μηχανήματα ήταν από διάφορα εργαστήρια που σταμάτησαν να δουλεύουν, ήταν παρατημένα και σκουριασμένα σε διάφορες αποθήκες τα οποία τα φέραμε με γερανούς μέσα στην αίθουσα του βιομηχανικού μουσείου και τα καθαρίσαμε με τα χέρια μας τα μέλη και οι φίλοι. Ήταν μια δύσκολη και κουραστική δουλειά και τα μοντάραμε ώστε να εκτεθούν.


Όσο για τη Φιλαρμονική, ο κόσμος πρέπει να καμαρώνει για τη Σύρο γιατί υπήρχαν μαέστροι ξένοι ή Έλληνες ή και συριανοί που γράφανε μουσική και παιζόταν στην πλατεία ή στη «Λέσχη Ελλάς» και χόρευε ο κόσμος. 
Αυτά τα όργανα που εκτίθενται ήταν από διάφορους μαέστρους ή μουσικούς που κάνανε εκκλήσεις κυρίως στο δήμο για μουσικά όργανα  που χρειάζονταν κι έρχονταν συνήθως από την Ιταλία. Αυτά που είναι εκτεθειμένα τώρα τα ανακάλυψε η σημερινή μαέστρος της Φιλαρμονικής Αλίς Λαμπάρς, παρατημένα σε παλιές αποθήκες, τα οποία προέρχονταν  από Λιβόρνο, Τεργέστη, Μασσαλία και ήταν αρκετά ακριβά για την εποχή. Η Φιλαρμονική είχε κι ένα ιδιαίτερο κοινωνικό  ενδιαφέρον γιατί πήγαιναν τότε φτωχά παιδιά από το Ισιδώρειο ορφανοτροφείο για να έχουν μιαν απασχόληση και να μη γυρνούν από δω κι από κει και να μπορούν την τέχνη που μαθαίνανε  να τη χρησιμοποιήσουν και για προσπορισμό αργότερα.



Στόχος η δημιουργία Διεθνούς Κέντρου Τεχνολογικού Πολιτισμού

-Ποιο είναι το πρόγραμμα και τα σχέδια σας για το άμεσο μέλλον;

-Κατ’ αρχήν πρέπει να τακτοποιηθούν ορισμένα θέματα που μας απασχολούν πάρα πολύ και αφορούν το κτηριακό κομμάτι. Μπαίνουν νερά μερικές φορές, έχουν κινδυνέψει και εκθέματα. Υπάρχει επίσης το θέμα του Σκαγιοποιείου Ανερούση το οποίο είναι το μοναδικό βιωματικό εν λειτουργία  Μουσείο στην Ελλάδα το οποίο για κάποιους λόγους δεν λειτουργεί παρόλο που είναι καινούργιο, κι έχουν δοθεί πολλά χρήματα για αυτό. Θέλουμε λοιπόν να το ξανακάνουμε επισκέψιμο. Και το κτήριο Βελισαρόπουλου να γίνει χώρος εκθέσεων που θα συνδέεται με το χώρο του βιομηχανικού μουσείου, με κάποιον τρόπο.
Όσον αφορά στις εκθέσεις, υπάρχουν στις αποθήκες μας πολλά αντικείμενα από φωτογραφικές και κινηματογραφικές μηχανές. Ίσως λοιπόν φέτος τα καταφέρουμε να βγει κάτι για τον κινηματογράφο στη Σύρο ο οποίος υπήρχε από πολύ παλιά. Επίσης  έχουμε στο νου μας και την κλωστοϋφαντουργεία.


Θέλουμε όλο αυτό  το συγκρότημα του βιομηχανικού μουσείου να γίνει ένα Τεχνολογικό Κέντρο και Μουσείο διεθνούς εμβέλειας. Ένα κέντρο βιομηχανικού πολιτισμού στην Ελλάδα όπου θα έρχονται ερευνητές απ’ όλο τον κόσμο και θα κάνουν έρευνες πάνω σ’ αυτό. Τέλος θέλουμε να συνδεθεί αυτή όλη η δραστηριότητα και με άλλους τόπους που παρουσιάζουν ενδιαφέρον στη βιομηχανική ιστορία της χώρας μας, όπως στο Λαύριο, με τη σημαντική βιομηχανική αρχαιολογική του ιστορία, το Βόλο κ.α.










 


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για εμένα

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.

Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.

Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».