2/01/17
Αγκαλιασμένα από μεγάλες αλέες,
κήπους και πευκόφυτες αυλές όπου οδηγούν υπαίθριοι διάδρομοι κοσμημένοι με
βοτσαλωτά, απλά ή περίτεχνα, με δίρριχτες
κεραμιδωτές στέγες και ανάγλυφα φουρούσια, ξυλόγλυπτα υπόστεγα και μπαλκόνια,
χάρμα οφθαλμών, μας δημιουργούν νοσταλγικά συναισθήματα για μιαν άλλη εποχή,
όπου τα καθημερινά αντικείμενα δεν ήταν απλά χρηστικά, αλλά γεμάτα γούστο και
καλλιτεχνική αισθητική. Οι άνθρωποι τότε, ήθελαν στη ζωή τους μια ποιότητα που
λείπει στις μέρες μας. Δεν τους αρκούσε να έχουν ένα κεραμίδι πάνω απ’ το
κεφάλι τους ή ένα διαμερισματάκι στην πόλη. Ιδιαίτερα τα εξοχικά των εχόντων
και κατεχόντων, αναδείκνυαν την ομορφιά σε κάθε τους γωνιά, μέσα κι έξω. Μέσα,
στολισμένα με οροφογραφίες και τοιχογραφίες, θέματα από τη φύση, αντικείμενα
καθημερινής χρήσης υψηλής αισθητικής. Έξω, με δεξαμενές, περίπτερα, πλούσιους
κήπους με λουλούδια και φυτά κάθε λογής. Χάρμα οφθαλμών για εμάς τους
σύγχρονους περιπατητές, ένα όνειρο που έσβησε στο παρελθόν και που πολύ θα
θέλαμε να αναβιώσει στο μίζερο δικό μας παρόν. Πολλά από αυτά τα υπέροχα
οικοδομήματα, δεν τα κατάφεραν. Αφέθηκαν να ρημάζουν και να μετατρέπονται σε
ερείπια.
Ένα τέτοιο οίκημα, είναι το εξοχικό
ενός παλιού δημάρχου της Ερμούπολης στα Χρούσσα. Είναι η οικία και το
υποστατικό Βαφιαδάκη, που ο κάτοχός τους το όρισε ως κληροδότημα στο δήμο και
κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο
από το Υπουργείο Πολιτισμού το 2201. Η σχετική υπουργική απόφαση
αναφέρει:
«Χαρακτηρίζουμε ως ιστορικό διατηρητέο
μνημείο και έργο τέχνης ,σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 1469/1950 και το
Ν.2039/92 (ΦΕΚ 61/A/13.4.92, Σύμβαση Γρανάδας), την οικία Βαφειαδάκη,
ιδιοκτησίας κληροδοτήματος Βαφειαδάκη, στα Χρούσσα της νήσου Σύρου, μαζί με το
βοηθητικό κτίριο του προσωπικού και τα υπόλοιπα κτίσματα (περιστεριώνας,
στέρνες, μάγγανο, συντριβάνι και βοτσαλωτά) και τον περιβάλλοντα χώρο ολόκληρο
το κτήμα, διότι αποτελεί σπάνιο δείγμα εξοχικής κατοικίας του 19ου αιώνα, παρουσιάζει
μεγάλο ενδιαφέρον με τα αξιόλογα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία και τον
πλούσιο ζωγραφικό διάκοσμο των ορόφων της και είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη
μελέτη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής».
Πήγαμε και το είδαμε σε έναν από τους
περιπάτους μας, εξωτερικά μόνο, γιατί το σπίτι είναι κλειδωμένο και
διπλωμανταλωμένο. Διακρίναμε το συντριβανι, άδειο από νερό, τις στέρνες, τα
περίτεχνα βοτσαλωτά στους κήπους καλυμμένα από χορτάρια, απομεινάρια καμμένων
πεύκων, με τα κλαδιά και τους κορμούς τους χτυπημένα ποιος ξέρει από πότε και
από ποιες αστραπές, ριγμένα από δω κι από κει, σαν σκελετοί και οστά παράξενων
παλαιολιθικών όντων.
Σκιάσαμε τα μάτια μας στο σπασμένο και σκονισμένο τζάμι
μιας θύρας κι αυτό που είδαμε στο εσωτερικό του σπιτιού, ήταν αποκαρδιωτικό.
Γκρεμισμένοι τοίχοι, παλιά στρώματα ξεσκισμένα, κεραμιδαριό και εγκατάλειψη.
Λένε πως η οικία Βαφειαδάκη ήταν γεμάτη με υπέροχα αντικείμενα τέχνης,
τοιχογραφίες, οροφογραφίες, γλυπτά, πίνακες. Δεν έμεινε τίποτα, το σπίτι
πλιατσικολογήθηκε. Κηρύχθηκε διατηρητέο και δόθηκε βορά στην εγκατάλειψη, στη
λήθη και στη βουλιμία των νεωτέρων. Τα χέρια εκείνα των άξιων τεχνιτών που
δημιούργησαν αυτά τα αριστουργήματα, τσάμπα κοπίασαν και μόχθησαν για να τα
φτιάξουν. Μετά από εκείνους, το χάος. Ευτυχώς, εκείνος, ο κύριος Βαφειαδάκης,
πέθανε νωρίς. Το πήρε το εξοχικό ο δήμος αλλά δεν μπόρεσε, ή δεν ήθελε, να το
συντηρήσει, να το αξιοποιήσει και να το παραδώσει στις νεώτερες γενιές αλώβητο.
Έκανε μόνο κάποιες εξωτερικές επισκευές για να μη γκρεμιστεί ολότελα. Θα
μπορούσε να το κάνει μουσείο, λέσχη, κάτι, οτιδήποτε. Όμως όχι. Η οικία
Βαφειαδάκη πέθανε μαζί με τους σπιτονοικοκυραίους της. Κρίμα!!!
Για εμένα
Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.
Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.
Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.
Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».