11/15/24

51 μ. Π.* Μία εξομολόγηση

 



Της Αλκμήνης Ψιλοπούλου

Πώς πέρασαν τα χρόνια βρε συντρόφια! Και πώς γίναμε έτσι που να μην αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον και να πρέπει να ξανασυστηθούμε;

Και πώς γίνεται, πενήντα τόσα χρόνια μετά, να μην νιώθεις τίποτα-μιλάω τουλάχιστον για τον εαυτό μου, εξομολογούμενη-για εκείνες τις μεγάλες λίγες  μέρες που είμασταν μαζί στην εξέγερση του Πολυτεχνείου; Και πώς αλήθεια γίνεται, εσύ, που ήσουν ένα μικρομεσαίο στέλεχος του κινήματος, να μην έχεις γράψει ούτε ένα βιβλίο για το Πολυτεχνείο, όπως έχουν γράψει τόσοι και τόσοι πρωταγωνιστές αλλά και δευτεραγωνιστές ή ακόμη και νεώτεροι εξ αποστάσεως ερευνητές των τεκταινομένων της φοιτητικής εξέγερσης και των ημερών της Χούντας; Θυμάμαι μία καλή φίλη στην παρουσίαση του πρώτου βιβλίου που εξέδωσα, «Ψάχνοντας για τη Μόνικα» εκδόσεις Λιβάνη, με είχε ρωτήσει, γιατί δεν έγραψα ένα βιβλίο για το Πολυτεχνείο και αντ’ αυτού έγραψα ένα φαντασιακό μυθιστόρημα…

Κατόπιν λοιπόν όλων αυτών και κατόπιν του περσινού καταιγισμού εκδοτικής δραστηριότητας με βιβλία για το Πολυτεχνείο ή και ποιήματα που έγραψαν πρωταγωνιστές του κινήματος, είπα να γράψω σε τούτες τις σελίδες μιαν εξομολόγηση της εμπειρίας μου, που δεν έχω αναφέρει ποτέ και την ξέρουν μόνον κάποιοι καλοί φίλοι εκείνης της εποχής, συνειδητοποιώντας παρόλα αυτά ότι εκείνα τα βιώματα και οι εμπειρίες δεν αγγίζουν πλέον καθόλου την καρδιά μου…

Το γεγονός ότι αρνιόμουν  να καταθέσω εκείνα τα βιώματα δημοσίως μέχρι σήμερα, οφείλεται στην ενδόμυχη διάθεσή μου να τα κρατήσω μέσα μου μυστικά, σαν πολύτιμα διαμάντια που δεν ήθελα να τα αγγίξουν οι συρμοί των καιρών, τοτινών και τωρινών, δεν ήθελα να τα λερώσουν οι άνθρωποι, ακολουθώντας ασυνειδήτως την ρήση του μεγάλου ποιητή: « Κι αν δεν μπορείς να κάμεις τη ζωή σου όπως τη  θέλεις, /τούτο προσπάθησε τουλάχιστον, / όσο μπορείς μην την εξευτελίζεις/ μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,/ μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες».

Αλλά σήμερα, που έχει κρυώσει πλέον το γυαλί και είναι αρκετά σκληρό για να σπάσει, μπορώ να τα μοιραστώ σαν ανάθημα του παρελθόντος, καθώς αισθάνομαι την εσωτερική γαλήνη κάποιας που ρούφηξε τη ζωή, νιώθοντας την αξία της κάθε στιγμής, χωρίς να την προδώσει, χωρίς να την χαλάσει «μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες», προσπαθώντας να μην παρασυρθώ από τα συναισθήματα και τις εντάσεις των ζωντανεμένων αναμνήσεων.


Ήταν λοιπόν η μέρα που το τανκ έσπασε την πόρτα του Πολυτεχνείου κι όλοι εμείς που είμασταν μπροστά και τρέξαμε να κρυφτούμε στην αίθουσα της Σχολής Καλών Τεχνών, πίσω από ένα άγαλμα, βγήκαμε έξω κακήν κακώς και εφ ενός ζυγού περάσαμε από τους παραταγμένους στρατιώτες που μας φώναζαν με εφ’ όπλου λόγχη, γρήγορα, γρήγορα έξω έξω… κι έπειτα τρέχοντας στο δρόμο σκόνταψα κι έπεσα δαγκώνοντας την άσφαλτο και ήρθε και με έπιασε ο μπάτσος και με έβαλε μέσα στην κλούβα και μας πήγαν όλους μαζί στην ασφάλεια. Στο κελί εκείνο το βράδυ είμασταν καμιά δεκαριά, πολλοί τραυματίες με σπασμένα κεφάλια κι ακούγαμε κραυγές και κλάματα και φωνές από πάνω από την ταράτσα, ότι θα τους ρίξουν κάτω τους φοιτητές. Και ο τρόμος μας είχε κυριεύσει.

Έπειτα μας άφησαν. Και πήρα να κατηφορίζω τη λεωφόρο Αλεξάνδρας, απαντώντας στο «πού πας» των στρατιωτών που εκτελούσαν την απαγόρευση κυκλοφορίας, «πάω σπίτι μου». Και με άφησαν να περάσω και να πάω σπίτι μου, όπου με υποδέχθηκε ο πατέρας μου, δέκα χρόνια πιο γέρος από ότι τον άφησα, και κλαίγοντας, «ήρθες παιδάκι μου, ήρθες παιδάκι μου». Και μπήκα στο σπίτι, αλλά επειδή ήμουν στοχοποιημένη δεν μπορούσα να μείνω εκεί το βράδυ, έπρεπε να κρυφτώ, και με πήγε ο μπαμπάς να μείνω το βράδυ σε μια γειτόνισσα. Την επόμενη μέρα, γύρισα σπίτι. Είδα κάτω στο πεζοδρόμιο κάποιον να κοιτάζει το σπίτι. Κάποια στιγμή που δεν έβλεπε, βρήκα την ευκαιρία και μπήκα στο σπίτι, και λέω στους γονείς, πάω να μείνω απάνω στη θεία, στον δεύτερο όροφο γιατί μπορεί να έρθει ο χαφιές που παρακολουθεί από κάτω να με πάρει. Ανεβαίνω στη θεία, και σε λίγο ακούω από κάτω-το σπίτι μονοκατοικία με ισόγειο, πρώτο και δεύτερο όροφο-τους γονείς μου να ανοίγουν την πόρτα και να συνομιλούν με έναν αστυνομικό, ο οποίος έλεγε στο μπαμπά να με παραδώσει ο ίδιος στην Ασφάλεια και ότι δεν θα με κρατήσουν, είναι κάτι τυπικό, τέτοια…


Την επόμενη μέρα, ο μπαμπάς με πήγε και με παράδωσε στην ασφάλεια. Με κράτησαν σε ένα κελί δίπλα σε μία γυναίκα «ελευθερίων ηθών» με την οποία γίναμε φίλες και μιλούσαμε όποτε άνοιγαν τα κελιά. Θυμάμαι ότι έτρωγα κάθε μέρα γιαούρτι με πέτσα και μια φρυγανιά και κάτι άλλο όπως κριθαράκι, κάτι τέτοιο. Κι αρχίζει η ανάκριση. Πες μας τι ξέρεις και ποιους ξέρεις. Μούγκα. Ήτανε δύο που με ανακρίνανε, ο ένας που ήλεγχε τη Φιλοσοφική και ένας άλλος άγριος και το παίζανε ο καλός κι ο κακός. Ο κακός: Δε μιλάς πουτανάκι. Με βουτάει από τα μαλλιά, με στήνει ανάποδα σε μια καρέκλα, με τα οπίσθια όρθια, και αρχίζει να με βαράει με μια βουκέντρα. Ο καλός: Αφήστε την, είναι καλό κορίτσι, θα μιλήσει.

Με πηγαίνουν στο κελί και μου λένε: Θα μας γράψεις τι έγινε μέσα στο Πολυτεχνείο,  με λεπτομέρειες, ονόματα, ποιοι βγήκαν στο συντονιστικό, ποιοι ήταν από τη σχολή σου, όλα, χαρτί και καλαμάρι. Και μου δίνουν ένα τετράδιο κι ένα στυλό. Κι εγώ αρχίζω να γράφω αυτά που ήξερα ότι ήξεραν-αφού ήταν γραμμένοι σε κάθε σχολή, σαν φοιτητές. Την άλλη μέρα τους τα δίνω. Μετά από λίγο έρχονται, με παίρνουν, και με πάνε στο ίδιο γραφείο με την προηγούμενη. Πάλι ο καλός κι ο κακός. Τι είναι αυτά που μας έγραψες, αυτά τα ξέρουμε, μας δουλεύεις καριόλα. Πάλι με στήνουν στην καρέκλα, πάλι ο κακός με τη βουκέντρα με χτυπάει στα οπίσθια και στα πόδια. Αυτή τη δεύτερη φορά, πόνεσε. Άμα δε μιλήσεις θα σε πάμε στην ΕΣΑ (ο κακός). Αφήστε την κύριε αστυφύλαξ είναι καλό κορίτσι, θα μιλήσει. Ανοίγουν ένα άλμπουμ με φωτογραφίες, πες μας ποιοι απ’ αυτούς ήταν μέσα. Έλεγα αυτούς που ήταν μαζί με μένα στην νόμιμη δράση. Πάλι ψέματα, μας λες αυτούς που ξέρουμε. Αύριο πάμε στην ΕΣΑ. Πίσω στο κελί, τα λέμε με τη φίλη μου από δίπλα. Μη φοβάσαι, μου λέει, έτσι λένε σε όλους.

Την τρίτη μέρα με άφησαν κι έφυγα. Έμαθα μετά από κάποιον φίλο, ότι ο πατέρας μου πλήρωσε για να με αφήσουν και να μη με πάνε στην ΕΣΑ.

Αυτά είχα να καταθέσω προς το παρόν για εκείνες τις άγριες και συγκλονιστικές μέρες. Τα υπόλοιπα ίσως να τα διαβάσετε σε βιβλίο. Τώρα είμαι έτοιμη κι εγώ να γράψω για το Πολυτεχνείο και να το εκδώσω. Τα λέμε την Κυριακή στην πορεία.

*51 χρόνια μετά το Πολυτεχνείο


10/27/24

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ: Ο άγνωστος πατριώτης

 

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο μέτωπο

Της Αλκμήνης Ψιλοπούλου

Άλλο είχα στο νου μου να γράψω. Όμως οδηγήθηκα στον μεγάλο μας ποιητή λόγω της ημέρας. 28 Οκτωβρίου σήμερα. Αφορμή και πρόσχημα για να αναδείξουμε το γεγονός ότι ο Ελύτης ήταν ο ποιητής που εξέφρασε με τη μεγαλύτερη καθαρότητα την Ελλάδα, την πατρίδα μας. Μέσα από τους στίχους του, αλλά και μέσα από τα προσωπικά του βιώματα.  Μια παραγνωρισμένη πλευρά του ποιητή, η συμμετοχή του στον πόλεμο του ’40 ως ανθυπολοχαγού στην Διοίκηση του Στρατηγείου Α΄ Σώματος Στρατού. Σε ένα μικρό βιογραφικό σημείωμα που βρήκα γραμμένο από τον δημοσιογράφο Χρήστο Σιάφκο, διαβάζω ότι στις 13 Φεβρουαρίου 1941, ο Ελύτης μετατέθηκε στη ζώνη πυρός, ενώ στις 26 Φεβρουαρίου μεταφέρθηκε με σοβαρό κρούσμα κοιλιακού τύφου στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων.

 «Η Αλβανία για τη σωματική μου υπόσταση ήταν μια περιπέτεια αβάσταχτη» λέει ο ίδιος. «Για την ψυχική μου όμως Ιστορία είναι μια βαθιά τομή. Λίγοι ξέρουν ότι το κύριο βάρος του πολέμου το σήκωσαν οι ανθυπολοχαγοί και συμβολικά αυτό θέλησα να δείξω, ηρωοποιώντας έναν από αυτούς με το «Άσμα» που έγραψα. Από το άλλο μέρος ο πόλεμος έγινε η αιτία να συνειδητοποιήσω τι είναι ο αγώνας. Ο ομαδικός πλέον και όχι ο προσωπικός. Κατάλαβα τι σημαίνει να μάχεσαι ενταγμένος σε μια ομάδα που έχει ορισμένα ιδανικά και μάχεσαι γι αυτά».

Στο περιοδικό «Νέα Γράμματα», ο Ελύτης παρουσιάζει σε πρώτη δημοσίευση το «Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας». Αλλά η εμπειρία του αυτή, αποτυπώνεται και στο αριστούργημά του το «Άξιον Εστί», που είχε αρχίσει να το γράφει γύρω στο 1950, από το Λονδίνο όπου είχε ταξιδέψει. Να πώς περιγράφει ο ίδιος πώς το εμπνεύστηκε: «Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η παραμονή μου στην Ευρώπη με έκανε να βλέπω πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. Εκεί αναπηδούσε πιο ανάγλυφα το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή. Σιγά σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν μέσα μου. Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της Ελλάδας ανάμεσα στα άλλα έθνη ήταν ό,τι η μοίρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους και βέβαια εννοώ τους ανθρώπους του χρήματος και της εξουσίας

Αν δεν υπήρχε το «Άξιον Εστί», το Νόμπελ θα πήγαινε σίγουρα στο «Άσμα Ηρωϊκό και Πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας»



Αντιγράφω το Δ΄ απόσπασμα που προσομοιάζει με δημοτικό μοιρολόι:

«Τώρα κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη

Μ’ ένα σταματημένο αγέρα στα ήσυχα μαλλιά

Μ’ ένα κλαδάκι λησμονιάς στ’ αριστερό του αυτί

Μοιάζει μπαξές που τού’ φυγαν ‘αξαφνα τα πουλιά

Μοιάζει τραγούδι που το φίμωσαν μέσα στη σκοτεινιά

Μοιάζει ρολόι αγγέλου που εσταμάτησε

Μόλις είπανε «γειά παιδιά» τα ματοτσίνορα

Κι η απορία μαρμάρωσε…

 

Κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη.

Αιώνες μαύροι γύρω του

Αλυχτούν με σκελετούς σκυλιών τη φοβερή σιωπή

Κι οι ώρες που ξανάγιναν πέτρινες περιστέρες

Ακούν με προσοχή.

Όμως το γέλιο κάηκε, όμως η γη κουφάθηκε,

Όμως κανείς δεν άκουσε την πιο στερνή κραυγή

Όλος ο κόσμος άδειασε με τη στερνή κραυγή.

Κάτω απ’ τα πέντε κέδρα

Χωρίς άλλα κεριά

 

Κείτεται στην τσουρουφλισμένη χλαίνη.

Άδειο το κράνος, λασπωμένο το αίμα,

Στο πλάι το μισοτελειωμένο μπράτσο

Κι ανάμεσα απ’ τα φρύδια-

Μικρό πηγάδι, δαχτυλιά της μοίρας

Μικρό πικρό πηγάδι κοκκινόμαυρο

Πηγάδι όπου κρυώνει η θύμηση!

Ώ μην κοιτάτε ώ μην κοιτάτε από πού τού-

Από πού τού’ φυγε η ζωή. Μην πείτε πώς

Μην πείτε πώς ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου

Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη,

Κι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!"

 


10/25/24

*ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ Ν. ΜΠ.



 Ο θάνατος κάνει πολλή φασαρία

Μυρίζει άσχημα η ερημιά του νοσοκομείου.

Η πρησμένη της σπλήνα

Θάναι άραγε ο τελευταίος σου θάνατος, Νίκο;

 

Το θάνατο δεν τον καταλαβαίνω

Φλυαρεί πάντα τόσο πολύ

Ενώ  εσύ σωπαίνεις

Πυροβολώντας τις ζωντανές στιγμές

Με άγριο θάνατο.

Όμως Νίκο, σκέψου

Μπορεί κι εμείς να πεθαίνουμε

Από μιαν ανεκδήλωτη λευχαιμία.

 *Εις μνήμην του Νίκου Ν. Μπελογιάννη υιού, που έφυγε στα 68 του χρόνια στις 25 Οκτωβρίου 2020.

 (Προδημοσίευση από την ποιητική συλλογή της Αλκμήνης Ψιλοπούλου, «Οι έφηβοι των Αθηνών»)

 

 


10/24/24

Ο Πέτρος Κασιμάτης και ο μαγικός ρεαλισμός

 





Της Αλκμήνης Ψιλοπούλου


«Δηλητήριο

Και είναι ο χωρισμός

ένα χρυσό δρεπανηφόρο άρμα.

Και τα περσικά μαχαίρια του μπαινοβγαίνουν στο σώμα.

Κι ας επιμένω να βλέπω αηδόνια να φεύγουν απ’ τα γόνατά της.

Κι αλίμονο-δυο ώρες μετά, χαρίζει οργασμούς, γυμνή,

σε κάποιον άλλο.

Και το πρώτο αναφιλητό διαδέχεται η σταύρωση.

Και είναι σταύρωση χωρίς καρφιά.

Και είναι σταύρωση χωρίς λόγχες στα πλευρά.

Και μου γνέφει ο Θεός πως τα δάκρυα, λέει, θα εκδικηθούν

Στους αιώνες των αιώνων!

Και δεν αντέχω τέτοιες φλυαρίες.

Και καθώς έπινα το κώνειο της βροχής,

ζυγίστηκε στη βλεφαρίδα μια σταγόνα.

Κι έπεσε στο ποτήρι με το νερό το ασημένιο.

Κι είδα ένα τόσο δα δάκρυ

Που γινόταν δηλητήριο μες στο ποτήρι»

(Πέτρος Κασιμάτης: «Ου τόπος Παράδεισος, πρόσωπον»)

 

Τον Πέτρο τον γνώρισα πριν από πολλά χρόνια, όταν είμασταν και οι δύο στα μετερίζια της δημοσιογραφίας. Εκείνος βέβαια, ήδη καταξιωμένος ερευνητής και ανταποκριτής σε χώρες εξωτικές, εγώ στο ταπεινό ρεπορτάζ του εσωτερικού γίγνεσθαι. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, πολλές δεκαετίες αργότερα, δηλαδή τώρα πρόσφατα που τον συνάντησα, είχαμε την ίδια «πετριά»: Τη λογοτεχνία και την ποίηση.

Τότε, γύρω στο 1996-1997, ο Πέτρος είχε ζητήσει τη βοήθειά μου για την επιμέλεια του πρώτου βιβλίου του, «Τα δεκατρία περιστέρια», μια έρευνα για τους αγνοούμενους της κυπριακής τραγωδίας. Ψάχνοντας για εκδότη του βιβλίου, τον σύστησα στον Λιβάνη, όπου ήδη είχα εκδώσει εγώ το πρώτο μου βιβλίο.

Ύστερα, χαθήκαμε. Αλλά η ζωή έχει εκπλήξεις. Ήταν γραφτό να ξαναβρεθούμε σήμερα, σχεδόν μια τριακονταετία αργότερα, κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης που διοργάνωσε στο Μπαράκι της Διδότου, με την παρουσίαση μελοποιημένων ποιημάτων του από την Μαρία Ρεμπούτσικα.

Εντυπωσιάστηκα. Δεν γνώριζα ότι είχε γράψει ποιήματα και, κατά σύμπτωση, ήμουν κι εγώ στην ίδια φάση. Εκείνος βέβαια, ήταν ήδη καταξιωμένος και ως ποιητής, με βραβεία στο ενεργητικό του, με μια ζωή πλούσια σε εμπειρίες, ταξίδια και μαγεία.

Έτσι λοιπόν, μου προξένησε το ενδιαφέρον και αποφάσισα να σκιαγραφήσω το πορτραίτο του, ως ποιητή, εκπρόσωπο του μαγικού ρεαλισμού, όπως λένε για την ποίησή του.

Στην συζήτηση που ακολουθεί, αποκαλύπτει τα μυστικά μονοπάτια που τον οδήγησαν στη μαγεία της ποίησης, ομολογώντας ότι «την ποίηση δεν τη βρήκα εγώ, εκείνη με βρήκε».

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη:

-Πέτρο θέλω να σε ρωτήσω πώς από τη δημοσιογραφία πέρασες στην ποίηση; Ή έγινε το ανάποδο;

-Η ποίηση με προϋπάντησε, δεν τη διαλέγεις, σε επιλέγει εκείνη. Και ενώ το πρώτο μου ποιητικό βιβλίο βγήκε σε μια ηλικία 20-22 ετών από τις εκδόσεις «Μονόγραμμα» «Το χρυσάφι του παγωνιού», πέρασαν 19 χρόνια για να βγει ένα επόμενο βιβλίο ποιητικό. Στο ενδιάμεσο ταξίδεψα πολύ ως δημοσιογράφος σε μέρη απίστευτα, Λατινική Αμερική, Σαλβαδόρ, Γουατεμάλα, Νικαράγουα, Ονδούρα, Μεξικό, έκανα αποστολές σε διάφορες περιοχές του κόσμου, στη Βοσνία, στο Κουρδιστάν, στο Αφγανιστάν, σε τόπους που μπορεί να χαθείς και να μη σε βρουν ποτέ. Συνολικά έχω γυρίσει  σε 75-80 χώρες. Και εκεί φαίνεται ότι μετουσιώθηκαν όλα αυτά που έβλεπα και η ποίηση ωρίμασε μέσα μου κι έπεσε σαν ώριμο σύκο. Δηλαδή η βλάστηση, τα χρώματα, τα πουλιά, ο χαμένος παράδεισος, όλα αυτά με έκαναν να κατανοήσω και τις βαθύτερες φιλοσοφικές σκέψεις του κάθε λαού. Μου δόθηκε η δυνατότητα  να βρεθώ μπροστά σε ένα χωνευτήρι λαών και πολιτισμών, που όλα αυτά αργότερα, έγιναν ποίηση.

-Προφανώς είχες πολλά ερεθίσματα...

-Πολλά ερεθίσματα, πολλά γεγονότα, γεγονότα που τα ζεις και η φαντασία δεν μπορεί να συλλάβει  πόσο μαγική μπορεί να είναι η πραγματικότητα. Για παράδειγμα, είμαι στην κεντρική Ασία και είμαι κοντά σε κάτι ανασκαφές και σκάβουν οι αρχαιολόγοι και βρίσκουν δελφίνια. Στη μέση της ερήμου. Πώς είναι δυνατόν, σκέπτεται ο παρατηρητής, να βρίσκουμε δελφίνια στην  έρημο τη στιγμή που οι άνθρωποι δεν έχουν δει εκεί ποτέ θάλασσα. Ήταν από το στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου που πέρασε από κει και μεταλαμπάδευσε όλα αυτά τα ιερά, τα ανάγλυφα κλπ. Βρέθηκα στην Τασκένδη στο Μουσείο Τεχνών κι ένας διάσημος αρχαιολόγος μου άνοιξε το χρηματοκιβώτιό του και μου έδειξε μια λήκυθο μεγάλη μαρμάρινη, εγχάρακτη …

-Και βρίσκεις και την Ελλάδα παντού…

-…Παρούσα. Θα σου πω ένα περιστατικό που έγινε και ποίημα έπειτα, ήταν τόσο μαγικό. Είμαι σε ένα παλαιοπωλείο και θέλω να αγοράσω κάποιες σελίδες από το κοράνι. Στη Σαμαρκάνδη, κεντρική Ασία. Και μου λένε, ξέρετε δεν πωλείται το κοράνι, πωλείται δίπλα ο καθρέφτης, α εγώ δεν θέλω, λέω, να αγοράσω τον καθρέφτη, το κοράνι θέλω να αγοράσω, όχι λέει, το ιερό βιβλίο δεν πωλείται, πωλείται ο καθρέφτης. Και το κοράνι δίδεται δώρο. Γιατί το κοράνι δεν μπορούσε να είναι προϊόν συναλλαγής.

-Αυτό το ανακάτεμα των άλλων πολιτισμών, γιατί εμείς έχουμε στο νου μας μόνο τον δικό μας πολιτισμό…

-Βρέθηκα σε θηριώδεις πολιτισμούς, έφτασα μέχρι την Ται Πέι, στην Άπω Ανατολή, είδα πώς οι μάντισσες και οι αστρομάντεις βλέπουν το μέλλον…

-Προφανώς, υπήρχε και πολλή μεταφυσική σε αυτές τις χώρες…

-Τεράστια. Εγώ τα πιστεύω όλα αυτά. Έχω και τρείς μάντισσες και τις συμβουλεύομαι και θεωρώ ότι πραγματικά είναι κάτι που σε ξαφνιάζει ευχάριστα.

-Αυτό σε εμπνέει φαντάζομαι, η μεταφυσική.

-Ναι, φυσικά, με εμπνέει η μεταφυσική όπως με εμπνέει και το γήινο, και μια γυναίκα που μπορεί να συναντήσω. Για μια γυναίκα γράφτηκαν πρόσφατα χρυσά βιβλία από μένα. Δηλαδή η έννοια του έρωτα, της αγάπης, τα μαγικά συναισθήματα είναι παντού, σε απολιθώνουν.

-Υπάρχει δηλαδή μια μαγεία στην ποίηση, αυτό καταλαβαίνω.

-Ναι φυσικά. Γι αυτό και θεωρούμαι στην Ελλάδα εκπρόσωπος του μαγικού ρεαλισμού. Το κίνημα αυτό αναπτύχθηκε κυρίως στη Λατινική Αμερική με τον Μπόρχες, τον Οκτάβιο Πας, τον Μαρκές, το πήραν μετά άλλοι, οι Πορτογάλοι, ο Σαραμάγκου, ακόμα κι αυτός ο Σαλμάν Ρούσντι που έγραψε τους σατανικούς στίχους θεωρείται εκπρόσωπος του μαγικού ρεαλισμού.

- Αυτά πώς τα συνδύαζες, δηλαδή τη δημοσιογραφία με την ποίηση;

-Η δημοσιογραφία με έστειλε στα ταξίδια. Τα υπόλοιπα δεν τα έγραψα εγώ. Τα έγραψε ο Θεός, έτσι πιστεύω.  Αυτός οδηγεί το χέρι.

-Τι είναι η έμπνευση;

-Δεν ξέρω. Η έμπνευση είναι μάλλον το χέρι του Θεού που σε οδηγεί να γράψεις διάφορα πράγματα. Και δεν πρέπει εκείνη την ώρα να τα ξεχάσεις. Πολλές φορές στον ύπνο μου, τρείς η ώρα, πέντε η ώρα το πρωί, σκέφτομαι κάτι και λέω αν το αφήσω, θα χαθεί, θα φύγει. Οπότε πετάγομαι σαν ελατήριο, το σημειώνω, και την επόμενη μέρα γεννιέται ένα ποίημα.

-Σήμερα είναι απαξιωμένη η ποίηση. Αυτό εσύ πώς το εξηγείς; Συμφωνείς με αυτό;

-Πιστεύω ότι επειδή ο καθένας γράφει ποίηση, δεν είναι έτσι. Είμαστε βέβαια σε έναν τόπο ευλογημένο και έχουμε μια μακρά παράδοση από τον Όμηρο μέχρι σήμερα, αλλά από την άλλη πλευρά γίνεται μια κατάχρηση, δηλαδή εγώ ποτέ δε θα προχωρούσα στο να γράψω κάτι και να είναι μέτριο ή συμβατικό.

-Η δημοσιογραφία πρακτικά μπορεί να συνδυαστεί με την ποίηση, με τη λογοτεχνία;

-Είχα δώσει μια διάλεξη στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο τμήμα λογοτεχνίας και μετάφρασης, και τους είχα πει ότι σκέπτομαι, ονειρεύομαι, μια δημοσιογραφία που να έχει νιφάδες λογοτεχνίας. Ένα είδος δηλαδή με ευφάνταστα κείμενα, καλογραμμένα, που θα έχουν υγρασία. Και από την άλλη πλευρά πιστεύω ότι η δημοσιογραφία σε οδηγεί σε πολλούς άλλους παράπλευρους δρόμους, φτάνει να την εγκαταλείψεις νωρίς. Και να ακολουθήσεις αυτό που θέλεις. Η δημοσιογραφία λοιπόν με οδήγησε στους τόπους αυτούς και είμαι ευγνώμων για αυτό.

-Όμως έχω την εντύπωση ότι από ένα σημείο και μετά η ποίηση είναι μονόδρομος, δηλαδή δεν μπορείς να τα κάνεις και τα δύο, είναι σε άλλο επίπεδο το ένα και σε άλλο το άλλο. Δηλαδή εσύ κατά τη διάρκεια που ασχολιόσουν με την ποίηση, εκτός από τα ταξίδια, ασκούσες και τη δημοσιογραφία; Πρακτικά, μπορούσες να τα συνδυάζεις;

-Ναι, φυσικά. Έκανα πράγματα όπου ξεπερνούσα τον εαυτό μου. Συνέχιζα τις αποκαλύψεις κι όλα αυτά, αλλά μετά που κατάλαβα και ένιωσα τα  υψηλά νοήματα της ζωής, ο τρόπος γραφής μου άλλαξε, έγινε πιο ελκυστικός, πιο πνευματικός. Είμαι ευγνώμων στους θεούς για όλα αυτά, πιστεύω ότι είναι ευλογία και ότι μπορείς να σώσεις την ψυχή σου. Εμείς που γράφουμε γιατί γράφουμε; Δεν γράφουμε για τον κόσμο, γράφουμε για να σώσουμε την ψυχή μας, γράφουμε για να απαλύνουμε τη ροή του χρόνου…

-«Ο χρόνος φοβάται τις πυραμίδες», όπως λες σε ένα ποίημά σου.

-Βέβαια, όλα αυτά έχουν σχέση με το χρόνο. Σε ένα τελευταίο μου έργο που θα βγει τώρα τελευταία και λέγεται «Άκου Ιαγουάρε», και έχει μελοποιηθεί από τη Μαρία Ρεμπούτσικα, γράφω για το χρόνο και για το θάνατο που σε κάνει αθάνατο. Δηλαδή γράφω ότι εγώ είμαι ο χρόνος, εσύ ο θάνατος, και είμαι αθάνατος. Και κεντρικά πρόσωπα είναι οι γυναίκες της ζωής μας που πέρασαν, κυρίως όμως αυτές που έμειναν μόνες. Γιατί ήταν ωραίες, γιατί ήταν εντυπωσιακές, κι έμειναν μόνες. Είτε γιατί φοβίζανε, ή αυτή ήταν η μοίρα τους. Και οι ίδιες πολλές φορές, γεμάτες με αποθέματα αυταρέσκειας και ναρκισσισμού, νομίζανε ότι ήταν υψηλότερες από τη σκιά τους, κι όταν πιστεύεις ότι είσαι πιο ψηλός από τη σκιά σου, πεθαίνεις.

-Αυτή την ενασχόληση με την ποίηση, πώς την συνδυάζεις με την καθημερινότητα; Πώς μπορείς δηλαδή να απομονώσεις αυτό το επίπεδο, την ποίηση, από τον περίγυρο; Δηλαδή ξεκόβεσαι από το γίγνεσθαι το κοινωνικό και το πολιτικό ή από την καθημερινότητα; Πιστεύεις ότι χρειάζεται αφοσίωση για να γράφεις ποίηση ή λογοτεχνία;

-Όχι. Αυτό είναι ακρωτηριασμός. Πιστεύω ότι είναι ακρωτηριασμός να πεις ότι θέλω να ζήσω μια μοναχική ζωή για να μπορώ να το κάνω αυτό. Όχι, εγώ θέλω να είμαι ανάμεσα στον κόσμο και να έχω και μια μεγάλη ανάπαυλα σε αυτά που γράφω.  Γιατί η ζωή περνάει δίπλα μας σαν το νερό. Είμασταν με την κόρη μου δίπλα σε ένα ρυάκι σε μια εκδρομή, και της έλεγα ότι δεν μπορείς να περάσεις δυο φορές από το ίδιο ποτάμι, τη ρήση του Ηράκλειτου,  και μου λέει, πώς γίνεται αυτό; Δεν μπορείς να περάσεις από το ίδιο σημείο, γιατί κάθε φορά είναι διαφορετική, κάθε στιγμή είναι αλλιώτικη.   

Μικρό βιογραφικό

Ο Πέτρος Κασιμάτης γεννήθηκε στην Αθήνα. Ρεπόρτερ-ερευνητής σε θέματα αιχμής με αποστολές και αποκλειστικότητες απ' όλο τον κόσμο που φιλοξενήθηκαν στη Le Monde, το BBC, το CNN κι όλα τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία. Πήρε συνεντεύξεις από τους Οτσαλάν, Κάρατζιτς, Αραφάτ, Τζορτζ Χαμπάς, τον πειρατή του "Ακίλε Λάουρο" Αμπού Αμπάς, τον αρχηγό του UCK Χασίμ Θάτσι, τον μαφιόζο της Αδριατικής Ντον Μικέλε Πάτσο, τον αρχηγό των Κόντρας Αντόλφο Γκαλέρο Πορτοκαρέρο, τον συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες, τον Τζίμι Κάρτερ, τον σεΐχη Σαγιέντ, ο οποίος του έδωσε συνέντευξη σε ένα κρησφύγετο στη βομβαρδισμένη Βηρυτό, ενώ πραγματοποίησε και αποστολή στα κρησφύγετα του ISIS στη Μ. Ανατολή.
Έχει γράψει πάνω από δέκα βιβλία. Έχει ταξιδέψει σε περισσότερες από εβδομήντα χώρες. Έχει καλύψει δέκα πολεμικές αναμετρήσεις και ανατροπές καθεστώτων σε όλο τον κόσμο.
Τιμήθηκε με το Δημοσιογραφικό Βραβείο Μπότση για τους αγνοούμενους της Κύπρου και με το Πρώτο Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας από την Ένωση Αργεντινών Συγγραφέων στο Μπουένος Άιρες, στην Αίθουσα Μπόρχες.
Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Κοινωνιολογία της Ιστορίας, ενώ είναι επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κόμρατ. Διετέλεσε, επίσης, Διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Βουλής.

Από τις Εκδόσεις Λιβάνη κυκλοφορούν τα βιβλία του  «Υπογραφές µε Σπαθί», «Αλέξανδρος Υψηλάντης – Ο Τελευταίος Πρίγκιπας», «Πορφυρός Λύκος», «Αγνοούµενοι – Άκρως Απόρρητο» –«Τα Δεκατρία Περιστέρια» (ειδική αναθεωρηµένη έκδοση), «Ταξίδια στις Χώρες της Εδέµ», « Μαράκανδα», «Ποτάµι στο Χρώµα της Τίγρης» και «Κάθε Καράβι Έχει το Βυθό του».

 

 


10/02/24

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ- Η εποχή των τεράτων*



(ένα ποίημα της Αλκμήνης Ψιλοπούλου ) 

Επιτύμβια στήλη από τον Κεραμικό


Η εποχή των τεράτων

Το κορίτσι έχωσε στην τσέπη του

Το χρόνο.

Το κορίτσι δεν ήταν πια κορίτσι

Μα αυτό ο χρόνος

Δεν το γνώριζε.

Οι στιγμές στάλαζαν μέσα στο ποτήρι

Και γίνονταν κρύσταλλοι αμετάκλητοι

Ένα καλειδοσκόπιο της τύχης

Να δείχνει κάπου

Οπουδήποτε.

Η εποχή των τεράτων ξεκίνησε

Την άκουγε το κορίτσι κάθε βράδυ

Να σέρνεται με θόρυβο στη λεωφόρο

μια σειρήνα

Ξεραίνοντας τα φύλλα των δέντρων

Που αγρυπνούσαν.

Μέσα στη ρυτίδα γούβιασε το παιδί

Τρομαγμένο από τις αμαρτίες του κόσμου

Αγναντεύοντας με μάτια γάτας

Το σκοτάδι που έμελλε να γεννήσει η γη.

Και τότε, είδε το σημάδι.

Ένας παλιός φίλος στο μπαράκι της Διδότου

Της έδειξε το δρόμο

Τη διασταύρωση όπου είχε χαθεί

Το κορίτσι, πριν γίνει γυναίκα

Και η γυναίκα είδε

την Παριζιάνα να της γνέφει απ’ τα παλιά

με τα χείλια σαν αίμα και τα μαλλιά του οψιδιανού λυτά

στους αέρηδες των καιρών

Ζωντανεύοντας μνήμες και ωραία φαντάσματα.

Κι έπειτα έγειρε η Γέρμα η άσπορη στον ώμο της

Και χαμογέλασε. Και πια δεν πονούσε.

Γιατί το παιδί δεν θα γεννιόταν

Στην εποχή των τεράτων.

(Αθήνα 29/9/2024)

 


9/21/24

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ- Τα όπλα*

 

* (από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή της Αλκμήνης Ψιλοπούλου "του Βυθού")

(από τη Στοά του Αττάλου, κτέρισμα παιδικής ταφής)
                       

Ο πόλεμος

Είναι ακόμη μακριά

Πίσω από τούτα τα βουνά

Όπου αντηχούν οι γραμμές των οριζόντων

Βουίζοντας από φως.

Στις γραμμές των οριζόντων

Χαράζεται το αίμα του ήλιου

Στάζει πάνω στην πορφύρα

Του ιβίσκου.

Είναι μακριά ο πόλεμος ακόμη

Μακριά από τον ψίθυρο

Των φτερών

Των λιμπελούλων

Των γλάρων

Των μυστικών ερπετών

Των παφλασμών μικρών ψαριών

Φασμάτων, σκιών.

Στον αφρό φωσφορίζει αδιάκοπα

Η υπόγεια διαδρομή της χελώνας

Που ανεμίζει τα φτερά της στους βυθούς.

Είναι μακριά

Οι φωτοχυσίες

Οι αιματοχυσίες

Εκεί όπου ανεμίζουν βόστρυχοι γυναικών

Σημαίες φτιαγμένες από χαίτες στεναγμών

Της ηδονής, του τέλους

της ασπαίρουσας σάρκας.

Είναι μακριά ο αμείλικτος χορός των μαχαιριών

Και οι σημαίες φτιαγμένες από χάντρες δακρύων

κυματίζουν μέσα

 στα ερείπια της σφαγής.

 

 


9/15/24

Η Αριστερά και τα πιράνχας


 Της Αλκμήνης Ψιλοπούλου

 

Ο εμφύλιος στους κόλπους της αριστεράς  δεν είναι κάτι καινούργιο. Έχει περάσει φαίνεται και στο DNA της.

Είμαι σ’ αυτό το χώρο από την νεανική μου ηλικία. Μάλιστα, έχω εργαστεί στο γραφείο Τύπου του- άλλοτε- Συνασπισμού και νυν ΣΥΡΙΖΑ, για λίγο και μετά την ανάληψη της προεδρίας του κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα.

Τα ματάκια μου και τα αυτιά μου έχουν δει πολλά. Έχουν δει άγριες κόντρες ανάμεσα στις φράξιες (αριστερή τάση, προεδρικοί, κλπ.κλπ.), τον πόλεμο εναντίον προέδρων μέχρι την εξόντωσή τους (Νίκος Κωνσταντόπουλος, Αλέκος Αλαβάνος) από τις λεγόμενες «τάσεις» που λειτουργούσαν σαν κόμματα μέσα στο κόμμα. Έχω δει κλειστές και κλειδωμένες πόρτες, όπου η κάθε «τάση» συνεδρίαζε για να κανονίσει τη γραμμή που θα ακολουθήσει στο τάδε και τάδε θέμα. Στην Πολιτική Γραμματεία που συνεδρίαζε στην Κουμουνδούρου γινόταν χαμός κάθε φορά από τους τσακωμούς και τις φωνές. Στα συνέδρια τα μαγειρέματα και τα πισώπλατα μαχαιρώματα θύμιζαν Βυζάντιο.

Ήταν μια άκρως τοξική κατάσταση, που κατέληγε σε αποχωρήσεις κάποιας «τάσης» από το κόμμα, στη δημιουργία ενός άλλου κομματιδίου που μάλιστα έπαιρνε μέρος και στις εκλογές.

Μια τοξική κατάσταση που επαναλαμβάνεται σήμερα, με μεγαλύτερη αγριότητα, διότι μέσα στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε ένας δυνατός «ξενιστής»…

Αυτός ο «ξενιστής» ονομάζεται Στέφανος Κασσελάκης.

Δεν θα ξεχάσω κάτι που μου είχε πει ο Νίκος Κωνσταντόπουλος όταν τον ακολουθούσα στις δραστηριότητές του, ως εκπρόσωπος του Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ: «Αλκμήνη, πρόσεχε μη σε φάνε τα πιράνχας. Γιατί φοβάμαι κι εγώ ότι θα με φάνε…». Και τον έφαγαν.

Έπειτα έγινε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέκος Αλαβάνος. Φυσικά από το Συνέδριο, όχι όπως μετά τον Τσίπρα που ο πρόεδρος εκλέγεται από τα μέλη και τους φίλους του κόμματος-ένα μοντέλο που εφάρμοσε πρώτα το ΠΑΣΟΚ κι έπειτα η ΝΔ. Κι αυτόν τον έφαγαν τα πιράνχας, κατά τη σύγκρουσή του με τον διάδοχο Αλέξη Τσίπρα, στον οποίον είχε δώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής. Και τη συνέχεια την γνωρίζουμε: Ο Τσίπρας βίωσε πάμπολλες διασπάσεις, και κάποια στιγμή του έφυγε η μισή κυβέρνηση μετά την λεγόμενη «κωλοτούμπα». Απλά ο Τσίπας ήταν συμβιβαστικός και ήξερε να κρατάει τις ισορροπίες. Γι αυτό και κατάφερε να κυβερνήσει μια ολόκληρη τετραετία. Ωστόσο ούτε αυτός τη γλύτωσε από τα πιράνχας.

Το μοτίβο των συζητήσεων και συγκρούσεων στα όργανα, το τότε Πολιτικό Γραφείο, την Κεντρική Επιτροπή και τα Συνέδρια, ήταν οι διαδικασίες. Ώρες ατελείωτες σε συζητήσει «επί του διαδικαστικού» . Το μοντελάκι του «διαδικαστικού» το θυμάμαι ακόμη και από την μεταπολίτευση στις συνεδριάσεις των οργάνων του Ρήγα Φεραίου και του ΚΚΕεσωτ. Και η πρώτη διάσπαση που βίωσα στα νιάτα μου, ήταν στην ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος: Ήταν η «Β΄ Πανελλαδική».

Το συμπέρασμα που έβγαλα από τη συμμετοχή μου στις  εσωκομματικές διαδικασίες, ήταν εν πολλοίς ότι γινόταν πάντα ένας καυγάς για το πάπλωμα. Ουρανομήκεις καυγάδες, άνευ πολιτικού επίδικου και ομφαλοσκοπικού χαρακτήρα στο πεδίο βολής των φραξιών, των στελεχών και των διαφόρων κομματικών γραφειοκρατών της νομενκλατούρας.

Επί της διαδικασίας συγκρούσεις, περί όνου σκιάς, επί ιδεολογικών ζητημάτων, και εκτός της σφαίρας του πραγματικού. Ατελείωτες ώρες συνεδριάσεων και αποψιολογικών συζητήσεων καφενείου, μέσα στους τοίχους των κομματικών  γραφείων.

Προφανώς, τα κομματικά στελέχη δεν είχαν και πολύ ελεύθερο χρόνο για να βγουν παραέξω να δουν τι γίνεται στον πλανήτη της πραγματικότητας. Κομματικές γραμμές ανεβοκατέβαιναν από την κορυφή της κομματικής πυραμίδας-που παρέμενε ίδια από την εποχή ιδρύσεως του ΚΚΕ- μέχρι τη βάση, η οποία στο τέλος δεν μπορούσε να πάρει καμιά απόφαση, διότι η όλη συζήτηση γινόταν σε ένα φαντασιακό επίπεδο. Έτσι λοιπόν όργωνε για δεκαετίες την εξουσία στη χώρα το ΠΑΣΟΚ, το οποίο διαδέχθηκε την μετεμφυλιακή δεξιά, για να δώσει τη θέση του αργότερα στην μεσο- μεταπολίτευση  στην ΝΔ. Έτσι εγκαθιδρύθηκε το γνωστό μας δικομματικό σύστημα.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τον Αλέξη Τσίπρα, κατόρθωσε το ακατόρθωτο: Να κυβερνήσει για μια ολόκληρη τετραετία, γεγονός πρωτοφανές όχι μόνον στη χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη ολόκληρη. Πώς έγινε αυτό;

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν τέκνο της κρίσης και της οργής. Αλλά και της ελπίδας ότι ο κοσμάκης θα ξαναζούσε τις εποχές των παχιών αγελάδων του Ανδρέα και του κράτους ΠΑΣΟΚ-γιατί ας μην γελιόμαστε, το 35% που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ για να κυβερνήσει, δεν ήταν βέβαια αριστερό. Πλην όμως, κατά τη διάρκεια 2015-2019, δεν υπήρχαν πλέον παχιές αγελάδες ούτε Τσοβόλας για να τα δώσει όλα.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ  και ο Αλέξης Τσίπρας, δεν πίστεψαν ποτέ ότι θα βρίσκονταν σε αυτή τη θέση. Ο Τσίπρας μοίρασε τις υπουργικές καρέκλες σε γνωστούς, φίλους και παρεάκια του, γιατί δεν είχε άλλη λύση. Το κόμμα αυτό, δεν είχε την εμπειρία της κυβερνησιμότητας. Άλλωστε και ο ίδιος ο Τσίπας το είχε πει, «πήραμε την κυβέρνηση αλλά όχι την εξουσία».

Πάντως θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Τσίπρας ήταν ο μόνος που πληρούσε τα εχέγγυα ενός ηγέτη.

Αλλά ήταν ένας βασιλιάς γυμνός. Μετά την ήττα, ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση ήταν ένα πλαδαρό μόρφωμα, άνοστο, και άγευστο, χωρίς μαχητικότητα, χωρίς προτάσεις, χωρίς πρόγραμμα.

Το συμπέρασμα που έχω βγάλει από όλα αυτά, λειτουργώντας για πολλά χρόνια μέσα και κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι το κόμμα αυτό, το οποίο ξεκίνησε σαν μόρφωμα (Συνασπισμός κομμάτων και οργανώσεων) και συγκροτήθηκε επί Τσίπρα σε κόμμα, δεν ήθελε ποτέ αρχηγό.

Δεν ήθελε ποτέ έναν ηγέτη, γιατί στην πραγματικότητα δεν ενδιαφερόταν ποτέ να κυβερνήσει τη χώρα. Ενδιαφερόταν μόνο για τα μαγαζάκια των γκρουπούσκουλων και τους ιδιοκτήτες τους. Κατά βάθος… απλά, του έτυχε…

Μετά την τελευταία ήττα, η κομματική καμαρίλα των στελεχών, βουλευτών και τέως υπουργών της κυβέρνησης 2015-2019, σταύρωσε τον ηγέτη και τέως πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, τον οποίον κατηγορούσαν  για προσωποκεντρικές πρακτικές, επειδή δεν τους άρεσε η δημοφιλία του κάτω στον κόσμο.

Κι ερχόμαστε στο σήμερα. Στον «ξενιστή» Στέφανο Κασσελάκη.

O Κασελάκης, από την πρώτη στιγμή διεκδίκησε το ρόλο του ηγέτη. Κι αυτό ήταν το μεγάλο του «σφάλμα».

 Ιδού τι λέει ο Νικολό Μακιαβέλι στο γνωστό βιβλίο του «Ο Ηγεμόνας» για το πώς μπορεί να εγκαθιδρυθεί ένας ηγέτης, αλλά και ποιοι είναι οι κίνδυνοι που τον περιβάλλουν:

"Όσοι και όποιοι γίνονται ηγεμόνες* με την αξία τους,  κατακτούν την ηγεμονία με δυσκολία… και οι δυσκολίες πού συναντούν για να κατακτήσουν την ηγεμονία, γεννώνται εν μέρει από τους καινούργιους θεσμούς και τίς πρακτικές πού είναι αναγκασμένοι να εισαγάγουν για να στεριώσουν το κράτος τους και να εξασφαλιστούν. Και πρέπει να σκεφτούμε πώς δεν υπάρχει πράγμα πιο δύσκολο να το χειριστείς, πιο αμφίβολο να το επιτύχεις και πιο επικίνδυνο να το επιχειρήσεις από το να αποπειραθείς να εισαγάγεις νέους θεσμούς. Γιατί ο εισηγητής τους έχει εχθρούς όλους εκείνους πού επωφελούνται από τους παλιούς θεσμούς κι έχει χλιαρούς υποστηρικτές όλους εκείνους πού θα ευεργετηθούν από τους καινούργιους. Τούτη η χλιαρότητα γεννιέται εν μέρει από τον φόβο των αντιπάλων πού έχουν τους νόμους με το μέρος τους και εν μέρει από τη δυσπιστία των ανθρώπων', αυτοί δεν πιστεύουν αληθινά στα καινούργια πράγματα, παρά μόνο αν σιγουρευτούν από την εμπειρία. Γι' αυτό και κάθε φορά πού όσοι είναι εχθροί βρουν ευκαιρία να επιτεθούν, το κάνουν με φανατισμό, ενώ οι άλλοι αμύνονται χλιαρά' κι έτσι μαζί μ' αυτούς κινδυνεύεις και σύ»

Μετά την ήττα του 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε περιέλθει σε κώμα. Από το κώμα το ξύπνησε ο Κασελάκης, όμως ήταν μεγάλο το σοκ της αφύπνισης  των ανθρώπων της κομματικής νομενκλατούρας , την ώρα που γύρω τους ο κόσμος πνιγόταν, καιγόταν, και σάπιζε.

Με τη διαφθορά να θριαμβεύει-η Ελλάδα ξεπερνάει τις περισσότερες χώρες της «υποανάπτυκτης» Αφρικής- και με έναν κρατικό μηχανισμό ξεχαρβαλωμένο, βυθιζόμαστε στο τίποτα, μέσα αλλά και έξω.

Και όμως. Η κομματική καμαρίλα, δεν πτοείται από όλα αυτά. «Να φύγεις» λέει στον εκλεγμένο με μεγάλη πλειοψηφία από τη βάση πρόεδρο, και μηχανορραφεί, και βυσσοδομεί εναντίον του δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου, με μεθοδεύσεις που θυμίζουν άλλα καθεστώτα…Και ο πρωθυπουργός, τρίβει τα χέρια του για τον μπουναμά που του χαρίζει η λεγόμενη «Αριστερά».

Η κομματική καμαρίλα, σε πείσμα της δημοκρατίας, των αξιών της δημοκρατίας και  της  αριστεράς, προβαίνει σε ένα πραξικόπημα, με μια διαδικασία έξω από κάθε νομιμότητα, με τηλεφωνικές ψήφους απόντων και μυστική ψηφοφορία, και  τον  καθαιρεί! Και ύστερα τα κανάλια του κολλάνε το επίθετο «ο έκπτωτος». Έκπτωτος  ήταν ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος ο οποίος όμως κηρύχθηκε ως τέτοιος μετά από δημοψήφισμα του ελληνικού λαού και όχι από κάποια εκατοστή και κάτι στελέχη κομματικού μηχανισμού  (σημειώνεται ότι στην κοινοβουλευτική δημοκρατική διαδικασία, στις προτάσεις μομφής γίνεται ονομαστική ψηφοφορία, επί των παρόντων βουλευτών).

Κι ο κοσμάκης, η βάση, τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που πήγαν και ψήφισαν τον Κασελάκη πρόεδρο του κόμματος, ως ένας άλλος χορός αρχαίας τραγωδίας, βλέπει, ακούει και φρίττει.

«Επί της διαδικασίας», το Συνέδριο των καταστατικών αλλαγών ματαιώνεται, ενώ το καράβι του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς περιμένουμε να δούμε σε ποια ξέρα θα πέσει...

*Ο διπλωμάτης, συγγραφέας, φιλόσοφος και ιστορικός Νικολό Μακιαβέλι, (1469-1527)με τη λέξη «ηγεμόνας», εννοεί τον ηγέτη, μια και στην εποχή που έγραψε το βιβλίο-το 1513-, δεν υπήρχαν δημοκρατικά αλλά μοναρχικά καθεστώτα.

 

 

ΟΙ ΔΙΑΣΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ

Το ΚΚΕ

-Το 1968 συντελείται η μεγαλύτερη διάσπαση στο χώρο της κομμουνιστικής αριστεράς, από την οποία προκύπτει το ΚΚΕ εσωτερικού (η ανανεωτική πτέρυγα του ΚΚΕ). Η διάσπαση αυτή αποτελεί την κορύφωση μια βαθιάς κρίσης του κόμματος που ξεκινά ουσιαστικά μετά το 1949 και τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου.

-1985-1991: Σημειώνεται μια ενωτική προσπάθεια στο χώρο της Αριστεράς, που οδηγεί στη δημιουργία του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ (ενότητα του ΚΚΕ με πρόεδρο τον Χαρίλαο Φλωράκη και της της ΕΑΡ (Ελληνική Αριστερά) του Λ.Κύρκου

1991-2007: Το ΚΚΕ αποχωρεί   από τον Συνασπισμό το 1991, αλλά ταυτόχρονα θα βιώσει τη δεύτερη μεγάλη διάσπαση μετά το 1968 με την αποχώρηση σχεδόν του μισού στελεχιακού του δυναμικού που θα παραμείνει στον Συνασπισμό ως τάση με το όνομα «Αριστερό Ρεύμα» (μεταξύ των στελεχών που παραμένουν στον Συνασπισμό, είναι οι Π. Λαφαζάνης, Γ. Δραγασάκης, Μ. Δαμανάκη κ.α.)  (https://www.vernardakis.gr/article.php?id=246)

 

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ-ΣΥΡΙΖΑ

 

-Το 2008 στο 5ο συνέδριο του Συνασπισμού συγκροτείται ο πολυτασικός ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας εκλέγεται πρόεδρος του νέου σχήματος.

-Το 2009 η ανανεωτική ομάδα του Φώτη Κουβέλη θα αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ και θα συγκροτήσει την ΔΗΜΑΡ (Δημοκρατική Αριστερά).

-Το 2015 οι εκλογές φέρνουν τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα στην κυβέρνηση. Όμως αμέσως μετά το δημοψήφισμα και την υπογραφή του 3ου μνημονίου, συντελείται νέα διάσπαση του κυβερνώντος κόμματος, με τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και  25 βουλευτές να αποχωρούν από τον ΣΥΡΙΖΑκαι να συγκροτούν την Λαϊκή Ενότητα, η οποία όμως  αποτυγχάνει να εισέλθει στη Βουλή στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015.

-Το 2023 η εκλογική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα και εσωκομματικές εκλογές με την εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη και την εκλογή του ως προέδρου του κόμματος. Στη συνέχεια ακολουθεί η διάσπαση των ομάδων της «Ομπρέλας» Τσακαλώτου-Αχτσιόγλου που συγκροτούν νέο κόμμα, την Νέα Αριστερά.

-Στις 9/9/2024 ο Κασελάκης καθαιρείται από πρόεδρος μετά την πρόταση μομφής που κατέθεσε στην ΚΕ η ομάδα των 87 και ο Παύλος Πολάκης, η οποία και υπερψηφίστηκε.

https://www.kathimerini.gr/politics/562711972/oi-diaspaseis-tis-aristeras-apo-ti-machairia-tis-voydapestis-ston-neo-emfylio-tis-koymoyndoyroy/

 

 


Για εμένα

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.

Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.

Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».