Από την νέα ποιητική συλλογή της Αλκμήνης Ψιλοπούλου "Ιδιαίτερη πατρίδα-Η επιστροφή (εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ)
Ανάμεσα σε δύο κόσμους (Γάζα)
Οράματα
Εικόνες
Από τότε
Από τώρα
Τι θα θυμόμαστε
Τι θα μας λείπει
Πόσα και ποιους θα ξεχάσουμε
Χτίζοντας έναν τοίχο με μαύρα πετραδάκια
Και τα παιδιά, ώ τα παιδιά
Με πυρετικά μάτια, με χείλια που στάζουν αίμα γλυκό
Πώς μας κοιτάζουν
Γνωρίζοντας ότι
Τα ποθούμε για δικά μας
Και τα παιδιά, μόνο τα παιδιά
Τα πλάσματα των λίγων ημερών
Ο αφρός των ερώτων και των ετών
Που ποθήσαμε και δεν αγγίξαμε
Και δεν αξιωθήκαμε να τα κρατήσουμε αγκαλιά
Από φόβο
Από την τρεμούλα των καιρών που θάρχονται
Χωρίς να τα βλέπουμε
Μόνο κάποιες εικόνες στην τηλεόραση
Πόσα νεκρά, ένα ματωμένο κουρέλι
Γαζώνει τα όνειρά μας τις νύχτες
Τα παιδιά, ώ τα παιδιά
Κρατήστε τα μακριά
Μην αρρωστήσουν
Μη σκοτωθούν στα σφαγεία του κόσμου
Κι αν είναι, ας πάρουνε εμάς αντί γι αυτά
Τα βρέφη, τα μωρά, αχ ας ζήσουν!
Η εποχή των τεράτων
Το κορίτσι έχωσε στην τσέπη του
Το χρόνο.
Το κορίτσι δεν ήταν πια κορίτσι
Μα αυτό ο χρόνος
Δεν το γνώριζε.
Οι στιγμές στάλαζαν μέσα στο ποτήρι
Και γίνονταν κρύσταλλοι αμετάκλητοι
Ένα καλειδοσκόπιο της τύχης
Να δείχνει κάπου
Οπουδήποτε.
Η εποχή των τεράτων ξεκίνησε
Την άκουγε το κορίτσι κάθε βράδυ
Να σέρνεται με θόρυβο στη λεωφόρο
μια σειρήνα
Ξεραίνοντας τα φύλλα των δέντρων
Που αγρυπνούσαν.
Μέσα στη ρυτίδα γούβιασε το παιδί
Τρομαγμένο από τις αμαρτίες του κόσμου
Αγναντεύοντας με μάτια γάτας
Το σκοτάδι που έμελλε να γεννήσει
η γη των ανθρώπων.
Και τότε, είδε το σημάδι.
Ένας παλιός φίλος στο μπαράκι της Διδότου
Της έδειξε το δρόμο
Τη διασταύρωση όπου είχε χαθεί
Το κορίτσι, πριν γίνει γυναίκα
Και η γυναίκα είδε
την Παριζιάνα να της γνέφει απ’ τα παλιά
με τα χείλια σαν αίμα και τα μαλλιά του οψιδιανού λυτά
στους αέρηδες των καιρών
Ζωντανεύοντας μνήμες και ωραία φαντάσματα.
Κι έπειτα έγειρε η Γέρμα η άσπορη στον ώμο της
Και χαμογέλασε. Και πια δεν πονούσε.
Γιατί το παιδί δεν θα γεννιόταν
Στην εποχή των τεράτων.
(Αθήνα 29/9/2024)
Αποκάλυψη
Το σώμα της ψυχής
Αυτό που αιωρείται
Ανάμεσα σε εκατομμύρια κύτταρα, νευροδιαβιβαστές
Ενεργειακά αερόστατα
Άστατα
Αυτή η ψυχή
Που πολλοί λεν πως δεν υπάρχει,
Το σώμα των αγγέλων που ονοματίζονται
Εκατοντάδες,
Αυτών που είναι πάνω στους αιθέρες
Κι εκείνων που πατούν εδώ
Στη γη
Με χνάρια των δακτύλων τους
Στο χώμα της βροχής
Και των άλλων που κατοικούν στα έγκατα
Με τα φυσερά τους ανάβοντας τις φωτιές των ηφαιστείων
Περιμένουν το σύνθημα.
Του Άη Γιώργη τη λόγχη που χρυσίζει στον ήλιο
Γεμάτη διαμάντια
Δάκρυα
Αιμάτινα χαράγματα
Αυτήν που ζωντανεύει στο φως του λύκου
Περιμένοντας
Με υπομονή
Ώρες
Μέρες
Χρόνια
Αιώνες
Να ξετρυπώσει το τέρας απ’ τη λόχμη του.
Και τότε η λόγχη
Θα ενωθεί με του Δία τους κεραυνούς
Και θα μαζευτούν στην αποκάλυψη οι άγγελοι
Οι ψυχές οι ανύπαρκτες σε κύκλο
Γύρω απ’ τον Άη Γιώργη
Να τον δουν
Ασπέροντα
Να χτυπάει το τέρας
Ανάμεσα στα μάτια
Ενώ το άσπρο του άλογο θα κυματίζει τις οπλές του στον
αέρα.
Και τότε μια φωνή θα φτάσει στους αιθέρες
Η φωνή των παιδιών που δεν πρόλαβαν να δουν το φως
Και η βροντή του λόγου του φωτός που θα πει
Το τέρας σκοτώθηκε, η εποχή των τεράτων τελειώνει
Η ζωγραφιά της εκκλησιάς τ’ Άη Γιώργη
Ζωντανεύει.
Και το αίμα των αθώων
Θα σηκωθεί απ’ το κρεβάτι της ιστορίας
και θα μιλήσει.
(9/10/2024)