7/16/17
Είναι τετράγωνο ή εν πάσει περιπτώσει ορθογώνιο,
ξύλινο, με μια φυσούνα να εξέχει από τη μια του πλευρά που καταλήγει σε ένα
αόρατο μάτι, και στέκεται σε κάτι μικρά ποδαράκια. Όχι δεν είναι βόας, δεν
είναι κροταλίας, είναι μια φωτογραφική μηχανή του 19ου αιώνα. Τη
βλέπουμε ζωντανή, αμήχανη, πλέον
νεκρή, να στέκεται ως μουσειακό είδος
στην έκθεση της Συλλογής Φωτογραφίας
Μάνου Ελευθερίου, που παρουσιάζει φωτογραφίες, αντικείμενα και κειμήλια από την
πολύτιμη συλλογή του, για την πάλαι ποτέ φωτογραφική τέχνη, που άνθισε στη Σύρο
τις δεκαετίες 1860-1870.
Φωτογραφίες
βγαλμένες μέσα από το ιστορικό παρελθόν του νησιού, μέσα από τα εργαστήρια των
φωτογράφων που διέπρεψαν τότε με την τέχνη τους, απαθανατίζονας την εικόνα της
αστικής κοινωνίας, την εποχή της μεγάλης ακμής και των μεγαλείων της
«Αρχόντισσας του Αιγαίου».
Πορτραίτα κυριών και κυρίων, στιγμές από παραστάσεις
στον «Απόλλωνα», οικογενειακές φωτογραφίες, αλλά και προσωπικά ημερολόγια,
μελανοδοχεία, ζωγραφιές που προοιώνιζαν τη φωτογραφική τέχνη…
Πόσο έχουν αλλάξει όλα αυτά σήμερα! Τραβάς μια
σέλφι, την ανεβάζεις στο facebook.
Κλακ, το πάτημα ενός κουμπιού κι έγινε η δουλειά. Αυτοματισμός. Οκέϋ, ευκολίες
έχουμε σήμερα, όμως το θαύμα του μαγικού κουτιού έχει τελειώσει. Δεν κρατάμε
πια ημερολόγια, δεν ζωγραφίζουμε πορτραίτα σε τετράδια, ούτε φτιάχνουμε άλμπουμ
φωτογραφιών από το σχολείο. Χωρίς χαρτί, χωρίς μοντέλα, το εργαστήρι του
φωτογράφου πλέον αχρείαστο… Όλα άυλα…
Τότε, η φωτογραφία ήταν μια μεγάλη τέχνη. Ίσως ακόμα
να είναι, όμως έχει περάσει στα προστατευόμενα είδη υπό εξαφάνισιν. Όπως
άλλωστε και άλλες μορφές τέχνης.
Τότε
τα εγχειρίδια φωτογραφίας γνωστών φωτογράφων, είχαν οδηγίες γιατί εκείνη η
τέχνη ήταν δύσκολη:
Για
τα πορτραίτα: «Το πρόσωπο για τον άνθρωπο είναι όπως ο κτύπος για ένα ρολόι ή ο
πίνακας περιεχομένων για ένα βιβλίο. Είναι ο δείκτης της ψυχής. Ο Lavater λέει, «τα πρόσωπα είναι τόσο
ευανάγνωστα όσο τα βιβλία. Η κύρια διαφορά μεταξύ τους είναι ότι διαβάζονται σε
συντομότερο διάστημα και είναι πολύ λιγότερο απατηλά.» (Aurelius Root 1864)
Για
τα ολόσωμα πορτραίτα, «θα ήταν φρόνιμο
να προστεθούν μερικά κομψά έπιπλα όπως ένα μπουντουάρ, μια βιβλιοθήκη, και με
γούστο να τοποθετήσουμε επάνω λίγα βιβλία, γυάλινα στολίδια, ένα βάζο με
λουλούδια. Ο κύριος Claudet
υπήρξε ο πρώτος που είχε την ωραία ιδέα να αναρτήσει ζωγραφισμένο σκηνικό πίσω
από τα πρόσωπα που απαθανάτιζε. Σύμφωνα λοιπόν με την ιδέα αυτή ο φωτογράφος
μπορεί να εφοδιάσει το ατελιέ του με ποικίλα θέματα όπως τοπία δωματίων
εσωτερικά κ.α.» (Ν.P.
Lerebours
1843)
«Τα
μοντέλα συχνά επιθυμούν να τα κάνεις να μοιάζουν με κάποιο άλλο πρόσωπο όσο
αταίριαστο κι αν είναι με το δικό τους… Αυτό επομένως συνεπάγεται ότι μερικά
άτομα θα έρθουν στην αίθουσα υποδοχής του φωτογραφείου και θα επιλέξουν ένα
πορτραίτο κάποιου άλλου, εντελώς ανόμοιου σε ηλικία, στυλ και εμφάνιση με
αυτούς και θα πουν: « Ορίστε, φωτογράφισέ με έτσι». (Henry Peach Robinson 1869)
«Η
καρέκλα στην οποία κάθεται το μοντέλο, έχει ένα στέλεχος στην πίσω μεριά, το
οποίο καταλήγει σε σιδερένιο δακτυλίδι, όπου και στηρίζεται το κεφάλι. Η
κατασκευή αυτή επιτρέπει να ρυθμίζεται η θέση του φωτογραφιζόμενου με τέτοιον
τρόπο ώστε να βοηθά τη σκηνοθεσία που ταιριάζει. Δηλαδή εάν ακουμπήσει το πίσω
ή το πλαϊνό μέρος του κεφαλιού στο δακτυλίδι, μπορεί να κρατηθεί επαρκώς
ακίνητο. Τα χέρια δεν θα πρέπει ποτέ να τοποθετούνται στο στήθος, επειδή η
κίνηση της αναπνοής θα διαταράζει τη θέση τους τόσο πολύ, ώστε θα μεταβάλει την
εμφάνισή τους»… (Robert Hunt 1854)
Πολλή δουλειά. Τότε.
Τώρα, ας μη μας πιάνει νοσταλγία, όλα είναι πιο εύκολα, πιο απλά, μπορεί ο
καθένας να τα κάνει, ακόμα κι ένα μικρό παιδί, εφόσον η φωτογραφία δεν είναι
πλέον τέχνη αλλά μια καθημερινή ρουτίνα που εφοδιάζει τον υποσυνείδητο
ναρκισσισμό μας… που και τότε υπήρχε φυσικά, ιδιαίτερα στους αστούς, όμως ήθελε
δουλειά και λεφτά εκείνη η αθανασία, πανάθεμά τηνε…
Για εμένα
Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.
Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.
Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.
Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».