* Εξάρχεια (26-3-023)
Το παιδί μέσα της
Πήρε ξανά τα μονοπάτια τα παλιά.
Εξάρχεια, η πατρίδα της
Ιουστινιανού με το άρωμα των ανθών πορτοκαλιάς
Και τι κρίμα, οι μυρωδιές δεν φωτογραφίζονται
Δεν γράφονται
Δεν ακούγονται
Δεν ξέρουν γράμματα οι οσμές
Δε βλέπουν εικόνες
Έχουν δικιά τους γλώσσα
Οι οσμές των γατιών στα πεζοδρόμια τα γεμάτα τρύπες,
με τις ξεχαρβαλωμένες
πλάκες
Το παιδί μέσα της ένιωθε
Να το τυλίγει ένας ιστός από μνήμες
Εικόνες
Αισθήσεις.
Έστρεψε το βλέμμα της και είδε το Λόφο του Στρέφη
Στριφογύρισαν στο φιδωτό μονοπάτι τα πέλματά της
Σκαρφαλώνοντας στις πλαγιές με ένα τσούρμο αγόρια ξοπίσω
της
Κρυφοκοιτάζοντας τους έρωτες των μεγάλων ανθρώπων.
Το κοριτσάκι μέσα της
Πήρε να ανηφορίζει τα στενά σοκάκια της ζωής
Καλλιδρομίου
Ένα μέγαρο ρημαγμένο
Σώμα νεκρό από πέτρες και ξύλα που κρέμονταν σαν
ικρίωμα
Πάνω απ’ το κεφάλι της
Και σκόνη.
Ο ήλιος έλαμπε
Με την άκαρδη ομορφιά της Άνοιξης
Ο Μάρτιος την κοίταζε κατάματα
Μπλε, χρυσό, ένας καμβάς ανάμεσα στις γρίλιες και στα κουφώματα
Και στα κρυμμένα πρόσωπα πίσω από πόρτες κλειστές και
παράθυρα
Περιμένοντας να ζωγραφίσει κάποιος την εικόνα των ανθρώπων
Στην ομορφάσχημη πόλη.
Ένας ιστός από μνήμες, εικόνες, παιχνίδια, αισθήσεις
αρχέγονες
Ενός πρωτόπλαστου.
Μεθώνης
Το σχολείο του δημοτικού που έγινε ταβέρνα
Άμα λάχει.
Μια άγνωστη πολιτεία το σχολείο της,
Όχι δεν ήταν ποτέ εδώ σχολείο, της είπε μια γυναίκα
στην ταβέρνα,
ενώ εκείνη κρυφοκοίταζε το μικρό παράθυρο της κουζίνας
μήπως αναγνωρίσει την τάξη της
και ψαχούλευε να δει κάποιο σημάδι από την αυλή
όπου έπαιζε κλέφτες κι αστυνόμους με τα αγόρια.
Και χάθηκε εκεί το παιδί
Και το κορίτσι βούλιαξε τυλιγμένο στον ιστό
Των αισθήσεων, των αναμνήσεων, των παλαιών εκείνων
εικόνων
Κι έγινε το κορίτσι ένα μικρό έντομο βορά στον ιστό
Του ανελέητου χρόνου
Τυλιγμένο με το πέπλο του Νόστου
Χαμένο στα σοκάκια όπου ταξίδευε τότε
Και τώρα κατεβαίνει στο βυθό
Στο αίμα της
Το κορίτσι που έμελλε να γίνει κοπέλα
Κι ύστερα γυναίκα
Που ξενιτεύτηκε σε αλλότριες πολιτείες
Χορεύοντας το χρόνο
Ξορκίζοντας το τέλος
Και τώρα είναι ένα σκαρί ναυαγισμένο
μαζί με ξένους μέσ’ στη νύχτα, αγγίζοντας γλώσσες
ξένες
αλλότριες
μαζί με όλα του τα πλούτη
Κάτω στην άμμο
Του βυθού.
*(από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή της Αλκμήνης Ψιλοπούλου, "του βυθού")
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου