10/16/16

Μπόμπ Ντύλαν: Το Νόμπελ τολμάει!




Η ζηλοφθονία ακολουθεί όλους τους μεγάλους και η κακεντρέχεια ροκανίζει την επιτυχία, όπως τα πιράνχας. Τα πιράνχας είναι κάτι τόσα δα ψαράκια, με κοφτερά και δολοφονικά δόντια, που κατασπαράζουν μεγάλα ψάρια ή και ανθρώπους. Οι μεγάλοι άνθρωποι, οι πολύ μεγάλοι καλλιτέχνες, ιδιαίτερα όσοι κινούνται έξω από τα πατροπαράδοτα και τα καθιερωμένα, βρίσκονται αντιμέτωποι με αυτά τα πιράνχας. «Γιατί αυτός κι όχι εγώ;»
Όμως, το βραβείο Νόμπελ κλείνει τα αυτιά του στις κακεντρέχειες και τους ματαιόδοξους ανταγωνισμούς, όπως και στις επίσημες και καθιερωμένες απόψεις διαφόρων ειδικών, δήθεν ειδημόνων, οι οποίοι συνήθως δεν έχουν να επιδείξουν κάποιο δημιουργικό έργο και ασχολούνται με το έργο των άλλων.
Συνήθως, τέτοιοι είναι οι σχολιαστές, οι κριτικοί, οι ακαδημαϊκοί, οι καθηγητές, η λάμψη και η φερεγγυότητα των οποίων φθίνει και εκφυλίζεται μέρα με τη μέρα, όσο μεγαλώνει η επηροή του διαδικτύου και η συμμετοχή, μέσω αυτού του επαναστατικού μέσου, όλο και περισσότερων απλών πολιτών. Οι σουηδοί, κλείνουν τα αυτιά και τα μάτια σε όλα αυτά που παρουσιάζουν το περιτύλιγμα, σε όλα αυτά που προσπαθούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη και να την ποδηγετήσουν κατά τα συμφέροντά τους, στα μήντια, στην πολιτική και τους πολιτικούς. Οι σουηδοί ασχολούνται μόνο με την ουσία και το περιεχόμενο.  

Έτσι, τολμάει το Νόμπελ να δώσει το βραβείο λογοτεχνίας, όχι σε έναν συγγραφέα, αλλά σε έναν τροβαδούρο, που ξεκίνησε από τους δρόμους με μια φυσαρμόνικα για να γίνει ο πρωτεργάτης μιας μουσικής σχολής, και διαχρονικά ο πρωτοπόρος εκφραστής της γενιάς της αμφισβήτησης.
Φυσικά, οι θιασώτες της παράδοσης και της συντήρησης, έπαθαν σοκ με αυτή τη βράβευση. Αλλά έτσι είναι το Νόμπελ. Τολμάει, προκαλεί και εκπλήσσει. Γι αυτό, πολλοί βραβευμένοι με Νόμπελ, μαθαίνουν τη βράβευσή τους από τα μήντια ή την ώρα που ξυπνούν το πρωί και πίνουν τον καφέ τους, ή όταν βρίσκονται σε ταξίδια αναψυχής ή στη δουλειά τους.
Αυτό το σοκ εκφράζει άρθρο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ (το οποίο υπογράφει ο Ηλίας Μαγκλίνης), σύμφωνα με το οποίο «η Σουηδική Ακαδημία θα πρέπει να μισεί στ’ αλήθεια τους σύγχρονους Αμερικανούς συγγραφείς (πεζογράφους και ποιητές)» . Και μιλάει για «ντρίπλα»: «απονέμοντας το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας στον (μεγάλο και πολυαγαπημένο, ούτε συζήτηση) Μπομπ Ντίλαν «καθάρισαν» για πολύ καιρό με τους Αμερικανούς λογοτέχνες. Αν υποθέσουμε ότι θα υπάρξει πάλι ένα τεράστιο χρονικό διάστημα δίχως το ύψιστο λογοτεχνικό βραβείο να πάει στις ΗΠΑ (τελευταία ήταν η Τόνι Μόρισον, το μακρινό 1993!), τότε μεγαθήρια της πεζογραφίας όπως ο Κόρμακ Μακάρθι, ο Ντον Ντελίλο, ο Φίλιπ Ροθ, η Τζόις Κάρολ Οουτς, ο Ρίτσαρντ Φορντ, ο Πολ Οστερ, ή ποιητές όπως ο Τζον Ασμπερι, και άλλοι ακόμη, θα φύγουν από τον μάταιο τούτο κόσμο αβράβευτοι».
Αυτή η άποψη μου μυρίζει καχυποψία, συντήρηση, συνομωσιολογία. Με μια μικρή δόση αντιαμερικανισμού… Είναι η γνωστή μιζέρια του ελληνικού δημοσιογραφικού απαράτ, του καθηλωμένου σε κονσερβαρισμένες ιδέες, σε κλισέ του παρελθόντος, σε μουχλιασμένο καθωσπρεπισμό. Στην πραγματικότητα, η τολμηρή επιλογή του Νόμπελ και των σουηδών, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη να απολογούνται ή να χειραγωγούνται από πολιτικά, κομματικά, ιδεολογικά, οικονομικά και άλλα λόμπυς, θίγει το κατεστημένο. Και κομμάτι του κατεστημένου είναι οι έλληνες δημοσιογράφοι… Στην πραγματικότητα, το Νόμπελ στον τροβαδούρο του 21ου αιώνα, θίγει την εξουσία των ειδημόνων και των πατρόνων που θέλουν να διαφεντεύουν και να μανιπουλάρουν την κοινή γνώμη κατά τα καλά και συμφέροντά τους…
Εμείς λέμε μπράβο στο Νόμπελ και στους σουηδούς. Βάζουν ένα λιθαράκι στο οικοδόμημα της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του σεβασμού των απλών ανώνυμων ανθρώπων, δίνοντάς τους το δικαίωμα να έρθουν σε επαφή με μεγάλες μορφές του πολιτισμού μας, πασίγνωστες ή άγνωστες, όπως ήταν η βράβευση του μεγάλου, αιρετικού πορτογάλου συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου, ο οποίος θα παρέμενε άγνωστος για τους πολλούς χωρίς το βραβείο Νόμπελ .
Και τώρα λίγα λόγια για τον βραβευθέντα, ο οποίος δεν είχε ανάγκη από το Νόμπελ για να καταξιωθεί, όντας ήδη καταξιωμένος διαχρονικά διεθνώς από τον κόσμο:

Βιογραφικό

Ο Μπόμπ Ντύλαν, κατά κόσμον Ρόμπερτ Άλλεν Ζίμμερμαν, γεννημένος το 1941, πήρε το παρατσούκλι που σφράγισε τα μουσικά μας μονοπάτια από τον μεγάλο ουαλό ποιητή Ντύλαν Τόμας, ο οποίος πέθανε νεότατος, σε ηλικία 39 ετών, από υπερβολική χρήση οινοπνευματοδών.
Ο γνωστός μουσικός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Σέλτον έγραψε γι' αυτόν: "Αυτό το αγόρι, μια διασταύρωση παιδιού του κατηχητικού και μπήτνικς έχει μεγάλο ταλέντο", γράφει ο γνωστός μουσικός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Σέλτον για τον Μπόμπ Ντύλαν.
Ο Ντίλαν είναι η νέα φωνή της Αμερικής, είναι η διαμαρτυρία, η άρνηση, η αμφισβήτηση, η επανάσταση. Αυτός όμως αρνείται τον ρόλο της φωνής του κινήματος. Εγκαταλείπει τα τραγούδια διαμαρτυρίας και επηρεασμένος από τους μεγάλους συμβολιστές ποιητές (Μπωντλαίρ, Ρεμπώ και κυρίως τον Τ. Σ. Έλιοτ) δημιουργεί πολύπλοκα ροκ ποιήματα. Κυκλοφορεί τρεις οριακούς, μεγάλους δίσκους, που καθορίζουν την ιστορία της ροκ, όπως τον θρυλικό Highway 61 Revisited,με ιστορικά κομμάτια όπως τα Like A Rolling Stone, Ballad For A Thin Man, Desolation Row, τον Bringing it all back homeδίσκος που σηματοδότησε τη στροφή του στο ηλεκτρικό μπλουζ, τον Blonde on Blonde, ένα καταπληκτικό διπλό άλμπουμ, με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία.
Οι πιστοί φολκ οπαδοί που τον αποδοκιμάζουν στο Newport Festival (1965) όταν ανεβαίνει στη σκηνή με δερμάτινη ζακέτα και ψηλοτάκουνες μπότες και τολμά να παίξει ηλεκτρική κιθάρα Fender Stratocaster θα δώσουν τη θέση τους σε χιλιάδες νέους θαυμαστές. O 25χρονος Ντίλαν έχει πάνω από 10.000.000 πωλήσεις δίσκων. Γίνεται σημαία, ροκ λάβαρο.
Το 1965 αποτελεί έτος ορόσημο. Η ροκ μουσική αμφισβητεί διαρκώς το κατεστημένο, κοινωνικό και πολιτικό. Μια μουσική μόνιμης και διαρκούς αμφισβήτησης. Το καλοκαίρι του 1965 ένα δικό του τραγούδι, το Mr. Tambourine Man γίνεται μεγάλη επιτυχία παιγμένο από τους Byrds. Στις 22 Νοεμβρίου του ίδιου έτους σε διακοπές στην Ισπανία παντρεύεται την Σάρα Λόουντς (Sara Lawndes). Κάνουν μαζί 4 παιδιά. Ο Ντίλαν υιοθέτησε επίσης την κόρη της Σάρα από τον προηγούμενό της γάμο.

Είμαστε στο τέλος της δεκαετίας του 1960, μια εποχή ασυμβίβαστη, άγρια και ελεύθερη. Η γενιά του πειραματίζεται σωματικά και εγκεφαλικά με ψυχεδελικές ουσίες. Η μουσική ακολουθεί τους ίδιους δρόμους (ψυχεδέλεια, flower power). Ο Ντίλαν, αντίθετα, αποφασίζει να κάνει το αγροτικό του, γυρίζει στις υπαίθριες ρίζες για να κρατηθεί. Ταυτόχρονα απέχει από συναυλίες και κυκλοφορεί δίσκους με διασκευές και επανεκτελέσεις δικών του τραγουδιών
Το 1979 το Slow Train Coming ανοίγει μια τριλογία δίσκων, με τους οποίους ο Ντίλαν ψάχνει να βρει εκείνον που βάπτισε όλα τα ζωντανά πλάσματα, ψάχνει την αρχή, το αργοκίνητο τρένο της δημιουργίας. Γίνεται ένας αναγεννημένος χριστιανός (New-born Christian) και απογοητεύει τους παλιούς προοδευτικούς οπαδούς του. Τη δεκαετία του '80, αυτή την δύσκολη δεκαετία για όλους τους μύθους της πρώτης rock γενιάς, ο Ντίλαν χάνεται και χάνει. Τον απορροφά η μαύρη τρύπα των πολλαπλών θρησκευτικών και πολιτικών αναζητήσεων. Τα προσωπικά του αδιέξοδα τον απομονώνουν από τους χιλιάδες φίλους του. Όμως συνεχίζει να βγάζει δίσκους (έστω και μέτριους), να κάνει περιοδείες, να υπάρχει, να ψάχνεται, και το 1989 κυκλοφορεί έναν εμπνευσμένο δίσκο, σε παραγωγή Daniel Lanoix, το Oh Mercy.

Έφηβος για πάντα

Το 1992 γιορτάζει τα 30 χρόνια επί σκηνής με καλεσμένους όλους τους παλιούς του φίλους. Κάνει παγκόσμια περιοδεία, έρχεται μάλιστα και στην Ελλάδα στις 14 Ιουνίου του 1993. Όλα αυτά τα χρόνια δεκάδες καλλιτέχνες διαφόρων μουσικών ειδών διασκευάζουν τα τραγούδια του. Όμως, η πηγή της έμπνευσης του Ντίλαν δεν στέρεψε. Συνεχίζει να βγάζει μεγάλους δίσκους και να θυμίζει ότι υπάρχει ως ενεργός δημιουργός.

Σχεδόν 60χρονος, κυκλοφορεί το 1997 το Time Out of Mind, γραμμένο πριν και μετά από μια μεγάλη περιπέτεια υγείας με την καρδιά του. Ένας δίσκος κλάσης, ένας δίσκος που φέρει την υπογραφή του ίδιου του Ντίλαν (Love Sick, Dirt Road Blues, Tryin' to get to heaven, Cold Irons Bound, Can't Wait) αλλά παράλληλα ένας σύγχρονος δίσκος που πετυχαίνει και εμπορικά. Το Time Out of mind σαρώνει τα βραβεία Grammy, ανοίγοντας μια περίοδο απόδοσης τιμών. Τα επόμενα χρόνια βραβεύεται από τον βασιλιά της Σουηδίας, προτείνεται για το Νόμπελ Λογοτεχνίας και παίρνει το Βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι Things have changed.
Ο Ντίλαν επιβεβαιώνει ότι διανύει μια ακόμη εφηβεία, συμμετέχοντας σε ταινίες, διαφημιστικά, κυκλοφορώντας νέους αξιόλογους δίσκους, όπως τον Modern Times (2006), τον Together Through Life (2009) και τον Christmas In The Heart, την ίδια χρονιά. Και φυσικά περιοδεύει ανά τον κόσμο σε μια "Never Ending Tour", η οποία ξεκίνησε από το 1988 και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Σημαντικό του επίσης δημιούργημα είναι ο πρώτος τόμος της αυτοβιογραφίας του με τίτλο Chronicles. Επίσης ο Ντίλαν έχει γράψει μία συγκλονιστική αυτοβιογραφία με τίτλο «Η ζωή μου». Πρόκειται για ένα έργο που εμβαθύνει σε κρίσιμες φάσεις της ζωής και της σταδιοδρομίας του ενώ ταυτόχρονα αποτελεί την προσωπική αναπόληση μιας σπάνιας εποχής. Ο Ντίλαν εκμεταλλεύεται τα στοιχεία που έχουν σφραγίσει τη μουσική του, το απαράμιλλο αφηγηματικό ταλέντο και την έξοχη εκφραστικότητα, και μετατρέπει την αυτοβιογραφία του σε έναν συγκινητικό στοχασμό πάνω στη ζωή, στους ανθρώπους και τους τόπους που τον βοήθησαν να εξελιχθεί ως άνθρωπος και ως μουσικός.
(πηγές ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, Wikipedia)






Για εμένα

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.

Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.

Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».