7/06/22

Το «Χρυσό» Κλουβί

 Της Τιτίκας-Μαρίας Σαράτση



Αφιερώνεται στη γιαγιά μου Μαριγώ Ζωγλοπίτου και σε όλες τις εγκλωβισμένες αρχοντοπούλες της εποχής της

  Αν το σκεπτόταν κανείς «ορθολογιστικά», το μοιραίο τέλος της Μ ήταν η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του εικοστού η κατάσταση των γυναικών της «ανώτερης» αστικής τάξης  στην Ελλάδα δεν είχε αλλάξει και πολύ από την εποχή της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου.*Τι κι αν μάθαιναν πιάνο και γαλλικά, τι κι αν είχαν βενετσιάνικες καρφίτσες και υπέροχα φορέματα, ήταν παιχνίδι στα χέρια του πατέρα, του μνηστήρα, των αρσενικών αδελφών και τέλος του συζύγου.

Δεν υπήρχε αμφιβολία πως η Μ ήταν χαρισματική. Όμορφη, έξυπνη, ευαίσθητη, έβλεπε μπροστά και ήξερε πολύ καλά πως μόνο η μόρφωση των γυναικών θα έφερνε τελικά την απελευθέρωσή τους. Θα συνέτειναν ίσως σε αυτή την απελευθέρωση και κάποιες συγκυρίες, ο Α΄ Παγκόσμιος π.χ. που αναγκαστικά θα έβγαζε τις γυναίκες από το σπίτι, αφού οι άνδρες θα έλειπαν στον πόλεμο και κάποιος θα έπρεπε να κάνει τις δουλειές τους, αλλά αυτό αφορούσε περισσότερο την εργατική τάξη.

Η Μ βέβαια αυτό δεν μπορούσε να το προβλέψει. Η Μ αγαπούσε τη φύση. Τον άνεμο, τα ανθισμένα λιβάδια, τη βροχή, τον γαλανό ουρανό. Αγαπούσε και το πάνω χωριό όπου ήταν το αρχοντικό της οικογένειας. Ο δρόμος  δεν έφθανε ως εκεί και παρόλα αυτά η Μ επέμενε να πηγαίνει εκεί με τις κόρες της κάθε καλοκαίρι, έστω και με την άμαξα όσο πήγαινε, έστω και με τα ζώα. Η Μ ονειρευόταν. Ήθελε να στείλει και τις τέσσερες  κόρες της στο Αρσάκειο .Έλα όμως που ο σύζυγος αντιδρούσε σθεναρά. Και να σκεφθεί κανείς ότι η περιουσία ήταν της Μ. Όμως τα αδέλφια της τα είχαν «πουλήσει» όλα στο σύζυγο, κινητά και ακίνητα. Η Ελοϊζ*  ποτέ δεν κατάλαβε το γιατί. Έψαξε, έψαξε, ρώτησε μαμά και θεία αλλά απάντηση δεν πήρε. Προφανώς δεν ήξεραν ούτε οι ίδιες.

Ο σύζυγος της Μ, εισαγγελέας στο επάγγελμα, θεωρούσε τη μόρφωση των γυναικών συνώνυμη με τα «ελευθέρια» ήθη. Έτσι η Μ είχε εγκλωβισθεί. Διάβαζε την «Εφημερίδα των Κυριών» της Καλλιρόης Παρέν και μαράζωνε. Ανάπνεε τον καθαρό αέρα των Αγράφων και πνιγόταν. Η μοναξιά της ήταν αφόρητη. Και να σκεφθεί κανείς ότι ο ένας της αδελφός ήταν δικηγόρος και ο άλλος γιατρός. Βέβαια αυτό δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση γιατί αυτοί που αντέδρασαν στην ψήφο των γυναικών στην Ελλάδα ήταν η πλειοψηφία των «μορφωμένων» ανδρών. Έτσι η Μ μαραινόταν σιγά-σιγά σαν λουλουδάκι.

Έβλεπε το αδιέξοδο… Στα 44 της θα άφηνε τον μάταιο τούτο κόσμο αφού γέννησε ένα αγοράκι, από επιλόχειες επιπλοκές .Και από κατάθλιψη από ότι κατάλαβε η Ελοϊζ. Το αγοράκι πέθανε λίγες μέρες μετά τη γέννα. Αχ γιαγιά μου Μ… γιατί, γιατί να μην γεννηθείς μερικές δεκαετίες αργότερα; Προσπαθώ να σε σκεφτώ να κοιτάς τα μακριά λεπτά δάχτυλά σου με τα διαμαντένια δαχτυλίδια και να αναστενάζεις στον κήπο σου. Προσπαθώ να νιώσω τον καημό σου, να ακούσω τους χτύπους της καρδιάς σου. Να αισθανθώ την οδύνη σου. Χάθηκες σαν αδύναμο πουλάκι, πονεμένο, τραυματισμένο από τις πέτρες και τις σφενδόνες της σκληρότητας, του οπισθοδρομισμού, της ανοησίας. Τόσο άδικα, τόσο άδικα….Αναπαύσου εν ειρήνη. Γύρε το κεφαλάκι σου σαν τα καμπανάκια, τα αγριολούλουδα….που φυτρώνουν στις πλαγιές των Αγράφων που τόσο αγάπησες…

·      Περισσότερα: Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)

·       Η «‘Ελοϊζ» είναι βέβαια η γράφουσα.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για εμένα

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.

Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.

Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».