3/28/22

George Orwell, “1984” (Μέρος Δεύτερο)

 


                                                George Orwell (1903-1950)

 Της Τιτίκας-Μαρίας Σαράτση

 

Συρρίκνωση της Γλώσσας, ΑΓΓΣΟΣ [i]και  η Ήττα του Ατόμου- Ανθρώπου

Στο πρώτο μέρος αυτού του κειμένου αφήσαμε τον Ουίνστων ηττημένο από το Σύστημα, «αναμορφωμένο» να περιμένει το τέλος του. Το σύστημα έχει «νικήσει» και ο ήρωάς μας έχει «αγαπήσει» τον Μεγάλο Αδελφό. Όμως ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της « Νέας Ομιλίας» έχει μέλλον και απαιτεί χρόνο. Πρέπει να συνδυαστεί με την εξάλειψη της σκέψης και των αισθημάτων. Γι’ αυτό και ο υποσκελισμός της «Παλαιάς Ομιλίας» από τη «Νέα» τοποθετείται αρκετές δεκαετίες μετά το 1984, το 2050. Ο υποσκελισμός φυσικά δεν θα γίνει τυχαία. Θα βασίζεται σε «αρχές»:

« Ο σκοπός της Νέας Ομιλίας ήταν, όχι μόνο να αποτελέσει εκφραστικό όργανο της κοσμοθεωρίας και των διανοητικών ηθών του ΑΓΓΣΟΣ1  αλλά να καταργήσει κάθε άλλον τρόπο σκέψης. Ο στόχος ήταν, η Νέα Ομιλία να υιοθετηθεί δια παντός και η Παλαιά Ομιλία να ξεχαστεί, έτσι ώστε να καταστεί αδύνατη η αιρετική σκέψη- δηλαδή, η σκέψη που βρίσκεται σε διάσταση προς τις αρχές του ΑΓΓΣΟΣ-, στο βαθμό ,τουλάχιστον, που η σκέψη εξαρτάται από τις λέξεις.

Το λεξιλόγιο της Νέας Ομιλίας ήταν φτιαγμένο έτσι ώστε να δίνει ακριβή και συχνά με πολλές αποχρώσεις έκφραση σε κάθε έννοια που ένα μέλος του Κόμματος θα ήθελε να διατυπώσει με τον κατάλληλο τρόπο, αποκλείοντας ταυτόχρονα όλες τις άλλες έννοιες , και ακόμα τη δυνατότητα να τις πλησιάσει κανείς με έμμεσες μεθόδους. Στην επίτευξη αυτού του στόχου  συνέβαλλαν, πρώτον, η δημιουργία νέων λέξεων, αλλά κυρίως η εξάλειψη ανεπιθύμητων λέξεων και η απογύμνωση όσων λέξεων με ανορθόδοξο νόημα απόμεναν, από κάθε δευτερεύουσα έννοια. Έτσι η λέξη «ελεύθερος» διατηρήθηκε στη Νέα Ομιλία, αλλά δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί παρά σε φράσεις όπως «ο δρόμος είναι ελεύθερος», ή « θα είμαι ελεύθερος από τις τρεις έως τις πέντε». Δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με την παλαιά έννοια της «πολιτικής ελευθερίας» ή της «διανοητικής ελευθερίας».


Η πολιτική και διανοητική ελευθερία δεν υπήρχαν πια  ούτε ως συμφραζόμενα, επομένως κατ’ ανάγκην δεν υπήρχε γι’ αυτές λέξη που να τις ονομάζει. Εκτός από την κατάργηση των λέξεων αιρετικού περιεχομένου , ο περιορισμός του λεξιλογίου θεωρούνταν αυτοσκοπός, κι έτσι δεν άφησαν να επιζήσει καμιά λέξη που έκριναν περιττή. Η Νέα Ομιλία σκόπευε όχι να εξαπλώσει, αλλά να περιορίσει τον ορίζοντα της σκέψης, και τούτο εξυπηρετήθηκε άμεσα με τη μείωση στο ελάχιστο της επιλογής των λέξεων».[ii]

 



[i] ( σημ:. «Αγγλικός Σοσιαλισμός»)

[ii] (Τζωρτζ Όργουελ, «1984 Ο Μεγάλος Αδελφός», εκδόσεις KAKTOS,μετάφραση Νίνα Νπάρτη, Επιμέλεια:  Φιλολογική Ομάδα Κάκτου)

 Η  «αναμόρφωση» της Παλαιάς Ομιλίας προϋποθέτει επεμβάσεις στο λεξιλόγιο αλλά και στη Γραμματική της Νέας Ομιλίας. Οι λέξεις χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες Α,Β,Γ. Η Α  περιλαμβάνει τις καθημερινές λέξεις, η Β τις πιο σύνθετες που αφορούν τη σκέψη και η Γ τους τεχνικούς όρους. Ο στόχος όμως είναι κοινός: να συρρικνωθεί η γλώσσα, να εκλείψουν οι λέξεις που μπορεί να εκληφθούν ως τάση αμφισβήτησης, να εξαφανισθούν οι «αποχρώσεις» των εννοιών που σηματοδοτούν οι λέξεις.

 Η σεξουαλική πράξη θα νοείται σαν πράξη αναπαραγωγής και μόνο και θα υπάρχει η νέα λέξη «σεξέγκλημα», η οποία θα περιλαμβάνει τις αξιόποινες σεξουαλικές πράξεις όλων των ειδών(την πορνεία, την μοιχεία, την ομοφυλοφιλία ακόμη και την φυσιολογική επαφή που θα είχε ένα ζευγάρι μόνο για την ικανοποίησή του) και θα τιμωρούνται με θάνατο. Η νέα λέξη «καλοσέξ» θα σημαίνει την αγνότητα και την φυσιολογική σχέση μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας με μοναδικό σκοπό την αναπαραγωγή.


Μέχρι το 2050 το Κόμμα θα έχει επιτύχει την καθιέρωση της Νέας Ομιλίας, αφού οι γενιές που θα έχουν μεγαλώσει δεν θα θυμούνται καν την Παλαιά Ομιλία μια και δεν την γνώρισαν ποτέ-δεν μπορούν να θυμούνται κάτι που ποτέ δεν έμαθαν, δεν χρησιμοποίησαν.

 Η Γραμματική της Νέας Ομιλίας θα έχει δυο βασικά χαρακτηριστικά. Το πρώτο θα είναι η δυνατότητα εναλλαγής των μερών του λόγου. Οι λέξεις θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν  όλες, είτε σαν ρήματα, είτε σαν ουσιαστικά, επίθετα, ή επιρρήματα. Καμία ετυμολογική αρχή δεν ακολουθείται.

Δεν θα υπάρχει, για παράδειγμα, η λέξη «κόβω», θα αρκεί η λέξη «μαχαίρι». Άλλοτε θα επιλέγεται το ρήμα, άλλοτε το ουσιαστικό .Το δεύτερο χαρακτηριστικό της γραμματικής της Νέας Ομιλίας θα είναι η ομοιομορφία των χρόνων, η «κανονικότητα». Έτσι όλοι οι παρελθοντικοί χρόνοι θα λήγουν σε -α. Όπως λέμε «έκλεψα», θα λέμε «έσκεψα» .

Ο πληθυντικός των ουσιαστικών θα λήγει πάντα σε -οι ή -ες κατά περίπτωση. Όχι κλέφτες αλλά «κλέφτοι» όχι τίγρεις αλλά «τίγρες». Επίσης, για να γυρίσουμε στο λεξιλόγιο, θα προτιμώνται οι συντετμημένες λέξεις. Το Τμήμα Αρχείων θα λέγεται «Τμήμαρ», το Τμήμα Φαντασίας «Τμηφάν».

 


Όπως παρατηρεί ο Όργουελ, και στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, «οι συντετμημένες λέξεις και φράσεις ήταν από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της πολιτικής γλώσσας και παρατηρήθηκε ότι η τάση  να χρησιμοποιούν συντμήσεις αυτού του είδους ήταν πιο εμφανής στα ολοκληρωτικά καθεστώτα και οργανώσεις.

Τέτοια παραδείγματα είναι οι λέξεις Ναζί, Γκεστάπο, Κομιντέρν….στη Νέα Ομιλία η χρήση τους είχε συνειδητή σκοπιμότητα. Παρατήρησαν ότι, κάνοντας μια τέτοια σύντμηση σ’ ένα όνομα, περιόριζαν και αλλοίωναν κάπως τη σημασία του αφού το απογύμνωναν από κάθε άλλη έννοια που θα συνδεόταν με αυτό αν το άφηναν ατόφιο.

Οι λέξεις «Κομμουνιστική Διεθνής», για παράδειγμα, έφερναν στο νου μια σύνθετη εικόνα: συναδέλφωση των λαών, κόκκινες σημαίες, οδοφράγματα, Καρλ Μαρξ, Παρισινή Κομμούνα, ενώ η λέξη «Κομιντέρν» σήμαινε μόνο μια οργάνωση με σφιχτή δομή και ένα σαφώς καθορισμένο θεωρητικό σώμα. Αναφερόταν σε κάτι τόσο καθορισμένο νοηματικά , όσο και μια καρέκλα ή ένα τραπέζι».

 Δεν θα επεκταθούμε στο κείμενο αυτό περαιτέρω στην ανάλυση της Νέας Ομιλίας. Ο αναγνώστης μπορεί να την αναζητήσει στο βιβλίο.

Το ερώτημα «Πόσο προφητικός ή απαισιόδοξος ήταν ο Όργουελ με τη συγγραφή του 1984» είναι το θέμα. Ο εφιαλτικός κόσμος όπως περιγράφεται από τον Όργουελ, είναι αφενός μια τραγική και επείγουσα υπενθύμιση και αφετέρου μια πραγματικότητα.

Ο συγγραφέας μας λέει σε μια από τις σοφές ρήσεις του ότι οι άνθρωποι είναι άπειρα «ελάσιμοι» ( “men are infinitely malleable”). Όπως ένα ελατήριο, κάμπτονται αν τους ασκηθεί έντονη δύναμη. Πολύ περισσότερο αν η δύναμη δεν είναι μια, αλλά δυνάμεις απρόσωπες και πολλές. Δεν απαιτείται μια «Δικτατορία», ούτε ένας «Μεγάλος Αδελφός». Ο συγγραφέας υπερβάλλει για να μας προειδοποιήσει πόσο ευαίσθητες και ευάλωτες είναι οι αξίες της ελευθερίας και της επιλογής. Έχοντας ζήσει προσωπικά την τραγωδία των σταλινικών αγριοτήτων στον Ισπανικό Εμφύλιο, έχοντας ζήσει την εμπειρία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του πόσο εύκολα οι μάζες υπό πίεση οδηγούνται στο φασισμό, γράφει το «1984» το 1948, έτος κατά το οποίο δολοφονείται ο Γκάντι και η ρήξη Ιωσήφ Στάλιν και στρατάρχη Τίτο είναι γεγονός.

 Εξακολουθεί να αρθρογραφεί τονίζοντας σε κάθε ευκαιρία την πίστη του στη δημοκρατία και την αντίθεσή του σε κάθε μορφής ολοκληρωτισμό. Διαχωρίζει τη θέση του από τις επιλογές του Εργατικού κόμματος. Μέσα από το «1984» μας υποδηλώνει την αγάπη του για την έκφραση, την ατομική ελευθερία, την αμφισβήτηση, την διαφορετικότητα.

Μας τονίζει την τεράστια σημασία που έχει ο πλούτος της γλώσσας, η ουσία των αποχρώσεων του λόγου που καθιστούν κάθε άτομο, κάθε άνθρωπο μοναδικό. Μας επισημαίνει πόσο εύκολα μπορεί η γλώσσα, άρα και η διαφορετικότητα να συρρικνωθούν και να φτωχύνουν σε βαθμό που να ακυρωθεί η μνήμη. Δεν θα αναζητήσω εδώ τις χιλιοειπωμένες συγκρίσεις με τα ομώνυμα reality, Big Brother κλπ. Απλά θα υπενθυμίσω τις ευθύνες όλων μας για τη διατήρηση του πλούτου της πανέμορφης παντοδύναμης Ελληνικής γλώσσας.

Ο κόσμος αλλάζει. Η εικόνα είναι παντοδύναμη. Το θέμα είναι πόσο «φροντίζουμε» τη γλώσσα μας, πόσο διατηρούμε τον πλούτο και την καλλονή της. Ιδού λοιπόν το στοίχημα: Ήττα ή νίκη;


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για εμένα

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.

Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.

Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».