1/04/17

Το βλέμμα του δέντρου


Μια όμορφη χειμωνιάτικη μέρα κάναμε βόλτα εδώ κοντά στο σπίτι. Πάντα παίρνουμε καινούργια μονοπάτια στις βόλτες μας και φυσικά πάντα υπάρχει μια έκπληξη που μας περιμένει στο δρόμο. Αν το βλέμμα μας είναι στραμμένο μέσα μας, στις σκέψεις μας, στα προβλήματά μας, τότε δεν βλέπουμε τίποτα. Όταν όμως γινόμαστε παρατηρητές, αποκτώντας το βλέμμα του παιδιού που τα πάντα, ακόμα και την πιο μικρή ταπεινή πετρούλα, τα βλέπει καινούργια και θαυμαστά, τότε κάθε μας βήμα το περιμένει ένα θαύμα.
Ήταν γνωστό το μονοπάτι που περπατήσαμε εκείνη τη μέρα. Το είχαμε πάρει πολλές φορές στις περιπλανήσεις μας. Κι όμως, εκείνη τη μέρα, με το μυαλό μας άδειο από σκέψεις και προβλήματα, με την ελαφράδα ενός παιδιού στο βήμα μας, μας περίμενε το θαύμα. «Κοίταξε εκεί ένα δέντρο», μου είπε ο συνοδοιπόρος μου. «Κοίτα έναν κορμό που έχει, θέλω να τον αγκαλιάσω». Έστρεψα το βλέμμα μου εκεί που έδειχνε το δάχτυλό του και το είδα. Πίσω από μια μάντρα, στην αυλή ενός απλού και ταπεινού σπιτιού, έστεκε ένας γίγαντας. Τι λέω, ένας τιτάνας. Ήταν πελώριο. Ο κορμός του κυκλώπειος, έστεκε φρουρός του ταπεινού σπιτιού, κι ήθελε δέκα άντρες για να τον αγκαλιάσουν.
Έχω ζήσει μέσα σε πεύκα, αλλά ποτέ δεν είχα δει ένα τόσο τεράστιο δέντρο. Είναι κουκουναριά, όπως μας πληροφόρησαν οι γείτονες. Η μάντρα ψηλή, δεν έφταναν τα κοντά μου ποδαράκια για να τη δρασκελίσω και να μπω μέσα στην αυλή, σαν κλέφτης, να αγκαλιάσω τον γίγαντα με ολόκληρο το σώμα μου, όπως έκανα στο δάσος του πατρικού μου σπιτιού, όπου είχα υιοθετήσει ένα μικρό πευκάκι στην κορυφή του λόφου και το επισκεπτόμουν σχεδόν κάθε μέρα για να νιώσω τους χυμούς του και τις ρυτίδες του, λίγες ακόμα και μικρές, στη νεαρή του ηλικία το πευκάκι εκείνο. Τούτος εδώ ο γίγαντας όμως, τι ηλικία πρέπει να είχε; 100 ετών; 200; 500; Κανείς δεν γνωρίζει. Το σπίτι εκείνο πρέπει να χτίστηκε με το πεύκο μέσα στην αυλή του. «Κοίταξε εκεί, έχει κι ένα μάτι», μου λέει ο σύντροφός μου. Ρίχνω το βλέμμα μου εκεί που έδειχνε το δάχτυλό του, και το είδα. Ένα μάτι, σαν ξύλινος Κύκλωπας μυθικός, ρόζος ήταν, ή κάτι άλλο, δεν ξέρω, με κοίταζε μέσα στα μάτια, σαν να με παρατηρούσε. 
 Οι ματιές μας διασταυρώθηκαν. Κι έπειτα, η δικιά μου ματιά περιεργάστηκε το γιγάντιο πλάσμα, γύρω από το σώμα του είχε χέρια, μεγαλόπρεπα κλαδιά εκτείνονταν γύρω από την αυλή, και έξω απ’ αυτήν, απλωμένα σχηματίζοντας καμπύλες, σαν ένας αιώνιος χορευτής που πάγωσε πάνω σε μια στροφή του χορού του κι έμεινε ασάλευτος μέσα στο χρόνο.
Το βλέμμα του κυκλώπειου πεύκου δεν έχει φύγει από το μυαλό μου. Από κείνη τη μέρα το κρατώ σαν πολύτιμο θησαυρό μέσα στα κλειστά μου βλέφαρα και βλέπω τον εαυτό μου να απλώνει τα χέρια του και να ακουμπά το κορμί του στον τεράστιο κορμό και να αιωρείται κρεμασμένο από τα χέρια του, ψηλά στον αιθέρα.







Για εμένα

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952. Σπούδασα Ιστορία - Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Εργάστηκα στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αρχαιολόγος από το 1977 ως το 1983. Παράλληλα με την εργασία μου σπούδασα θέατρο στη Σχολή Ευγενίας Χατζήκου και συμμετείχα σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θεατρικών θιάσων.

Από το 1984 εργάστηκα ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΑΥΓΗ, ΠΡΩΤΗ, Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Το 1985 παίρνω το πρώτο δημοσιογραφικό βραβείο «Παύλου Παλαιολόγου» για το καλύτερο γυναικείο κείμενο. Αργότερα συνεργάστηκα με τα περιοδικά ΠΑΝΘΕΟΝ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΗΛΕΡΑΜΑ, Mme Figaro, ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ, στα οποία είχα την ευθύνη της αρχισυνταξίας και την επιμέλεια του ελεύθερου ρεπορτάζ. Συνεργάστηκα επίσης ως ρεπόρτερ με την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και με ραδιοφωνικούς σταθμούς (ΤΟP FM, 9.84 κ.α.). Κατά τη δημοσιογραφική μου καριέρα, ασχολήθηκα με την ελεύθερη έρευνα, πολιτιστικά, κοινοβουλευτικό και πολιτικό ρεπορτάζ.

Εργάστηκα ως συντάκτης πολιτικού ρεπορτάζ, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-(ΑΠΕ-ΜΠΕ). Έχω γράψει τα βιβλία «Ψάχνοντας για τη Μόνικα», «Η σκιά της άλλης» και «Μινώκερος», τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Έχω κάνει πολλές επιμέλειες βιβλίων.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια ζω μόνιμα στη Σύρο και συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο ΛΟΓΟΣ των Κυκλάδων».