(ένα ποίημα της Αλκμήνης Ψιλοπούλου )
Επιτύμβια στήλη από τον Κεραμικό
Η εποχή των τεράτων
Το κορίτσι έχωσε στην τσέπη του
Το χρόνο.
Το κορίτσι δεν ήταν πια κορίτσι
Μα αυτό ο χρόνος
Δεν το γνώριζε.
Οι στιγμές στάλαζαν μέσα στο ποτήρι
Και γίνονταν κρύσταλλοι αμετάκλητοι
Ένα καλειδοσκόπιο της τύχης
Να δείχνει κάπου
Οπουδήποτε.
Η εποχή των τεράτων ξεκίνησε
Την άκουγε το κορίτσι κάθε βράδυ
Να σέρνεται με θόρυβο στη λεωφόρο
μια σειρήνα
Ξεραίνοντας τα φύλλα των δέντρων
Που αγρυπνούσαν.
Μέσα στη ρυτίδα γούβιασε το παιδί
Τρομαγμένο από τις αμαρτίες του κόσμου
Αγναντεύοντας με μάτια γάτας
Το σκοτάδι που έμελλε να γεννήσει η γη.
Και τότε, είδε το σημάδι.
Ένας παλιός φίλος στο μπαράκι της Διδότου
Της έδειξε το δρόμο
Τη διασταύρωση όπου είχε χαθεί
Το κορίτσι, πριν γίνει γυναίκα
Και η γυναίκα είδε
την Παριζιάνα να της γνέφει απ’ τα παλιά
με τα χείλια σαν αίμα και τα μαλλιά του οψιδιανού λυτά
στους αέρηδες των καιρών
Ζωντανεύοντας μνήμες και ωραία φαντάσματα.
Κι έπειτα έγειρε η Γέρμα η άσπορη στον ώμο της
Και χαμογέλασε. Και πια δεν πονούσε.
Γιατί το παιδί δεν θα γεννιόταν
Στην εποχή των τεράτων.
(Αθήνα 29/9/2024)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου